«Η συζήτηση περί δημοκρατίας στην Ευρώπη και στη Δύση γενικότερα είναι σήμερα εξαιρετικά επίκαιρη. Και σε μεγάλο βαθμό είναι αλληλένδετη με την πορεία του Συμβουλίου της Ευρώπης και το γεωπολιτικό πλαίσιο στο οποίο εξελίχθηκε» ανέφερε ο πρώην πρωθυπουργός και πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ, Αλέξης Τσίπρας, μιλώντας στην ημερίδα «Ενδυναμώνοντας την Δημοκρατία» που πραγματοποιείται με αφορμή την συμπλήρωση 75 χρόνων από την ίδρυση του Συμβουλίου της Ευρώπης και 50 χρόνων από την ελληνική επανεπικύρωση της ΕΣΔΑ.
Όπως τόνισε ο κ. Τσίπρας, «αποτελεί εξαιρετικά σημαντική στιγμή όχι μόνο για κάθε δημοκράτη Έλληνα και Ελληνίδα, αλλά και για την ιστορία του ίδιου του Συμβουλίου της Ευρώπης, ο αποκλεισμός της Ελλάδας από τον οργανισμό, το 1969, όταν η δημοκρατία στην χώρα μας καταλύθηκε από επίορκους συνταγματάρχες». «Αυτή λοιπόν η τραγική στιγμή για την Ελλάδα ήταν ταυτόχρονα και μια σπουδαία στιγμή για το Συμβούλιο της Ευρώπης. Γιατί με τη πράξη του αυτή απέδειξε ότι δεν καθοδηγείται αποκλειστικά από γεωπολιτικά συμφέροντα, αλλά από τον υπέρτατο σκοπό της προάσπισης των δημοκρατικών αξιών και θεσμών στην Ευρώπη, παρά τις δύσκολες συνθήκες που δημιουργούσε για αυτές τις αξίες και θεσμούς, ο ψυχρός πόλεμος. Μια στάση που για να είμαστε ειλικρινείς, δεν τηρούσε με συνέπεια από την ένταξη της Ελλάδας στο Συμβούλιο μέχρι και τη χούντα, την περίοδο που οι παραβιάσεις του μετεμφυλιακού κράτους εις βάρος της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην χώρα μας, υπήρξαν κατάφορες και έστρωσαν το έδαφος για την στρατιωτική δικτατορία που ακολούθησε», όπως ανέφερε ο πρώην Πρωθυπουργός.
Δείτε την ομιλία του Αλέξη Τσίπρα:
«Ευτυχώς, χάρη στον αγώνα που έδωσαν εκατοντάδες προοδευτικοί και δημοκρατικοί πολίτες είχαμε την επιστροφή της δημοκρατίας Και πράγματι αργότερα, το Συμβούλιο της Ευρώπης, μαζί με την ΕΟΚ, συνεισέφεραν ουσιαστικά στην μετέπειτα θωράκιση και στήριξη της δημοκρατίας στην Ελλάδα κατά την μεταπολίτευση», πρόσθεσε ο κ. Τσίπρας.
«Στις μέρες μας η δημοκρατία συνήθως δεν καταλύεται με πραξικοπήματα, όπως την περίοδο του ψυχρού πολέμου. Ούτε βρίσκεται σε μια έστω ατελή διαδικασία ενίσχυσης, όπως την μεταψυχροπολεμική περίοδο.
Αμφισβητείται, όμως και υπονομεύεται, με νέους τρόπους, σε ένα νέο πιο σύνθετο περιβάλλον πολλαπλών κρίσεων, συγκρούσεων και ανταγωνισμών. Οι συνθήκες της πολυκρίσης και της μετάβασης σε έναν πολυπολικό κόσμο αποτελούν για κάποιους ευκαιρία για περιστολή δικαιωμάτων και διεύρυνση ανισοτήτων» σύμφωνα με τον πρώην Πρωθυπουργό, ο οποίος επισήμανε πως «μπορούμε ευλόγως να ελπίζουμε πως οι θεσμοί του Συμβουλίου της Ευρώπης θα συμβάλλουν και στην αποκατάσταση υποθέσεων που αποτελούν τις μεγαλύτερες μαύρες κηλίδες, τις ανοιχτές πληγές του κράτους Δικαίου στη πατρίδα μας και που άνοιξαν, δυστυχώς, τα τελευταία χρόνια.
Αναφέρομαι όπως όλοι θα καταλάβατε, στο μεγάλο σκάνδαλο των μαζικών παράνομων τηλεφωνικών παρακολουθήσεων».
«Κυρίως όμως αναφέρομαι στις αδιανόητες για μια ευρωπαϊκή χώρα, προσπάθειες παρακώλυσης των ερευνών της αρμόδιας ανεξάρτητης αρχής. Και στην αδυναμία των δικαστικών αρχών να εντοπίσουν τους υπευθύνους και να αποδώσουν δικαιοσύνη.
Ενώ αντίστοιχη ολιγωρία των αρχών, εντοπίζεται τόσο στο δραματικό ναυάγιο της Πύλου με τον πνιγμό εκατοντάδων προσφύγων και μεταναστών, ενώ βρίσκονταν επί 16 ώρες στην περιοχή έρευνας και διάσωσης της Ελλάδας. Αλλά και στο σιδηροδρομικό έγκλημα των Τεμπών, με τον άδικο χαμό 57 συνανθρώπων μας», συνέχισε ο κ. Τσίπρας.
«Σήμερα - με τη συναίνεση όλων μας- η Ελλάδα είναι υπό επιτήρηση από την Κοινοβουλευτική Συνέλευση. Αν θέλουμε, λοιπόν, στο μέλλον να γιορτάζουμε με μεγαλύτερη περηφάνεια επετείους σαν τη σημερινή, των 50 χρόνων από την επανακύρωση της Ευρωπαικής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου από τη χώρα μας, επιβάλλεται η εκτελεστική αλλά και η δικαστική της εξουσία, να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων. Για να μπορούμε να μιλάμε πραγματικά για εμβάθυνση του Κράτους Δικαίου, για μια ισχυρή και όχι για μια πάσχουσα Δημοκρατία», κατέληξε ο πρώην πρωθυπουργός.
Αναλυτικά, η ομιλία:
«Θα ήθελα να καλωσορίσω την διοργάνωση της σημερινής εκδήλωσης με αφορμή τα 50 χρόνια από την επανεπικύρωση της Ευρωπαικής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου από την Ελλάδα, αλλά και τα 75 χρόνια από την ίδρυση του ΣτΕ.
Η συζήτηση για τη δημοκρατία στην Ευρώπη άλλωστε, είναι σήμερα εξαιρετικά επίκαιρη.
Και σε μεγάλο βαθμό αλληλένδετη με την πορεία του Συμβουλίου της Ευρώπης και το γεωπολιτικό πλαίσιο στο οποίο εξελίχθηκε.
Διότι ο οργανισμός αυτός ιδρύθηκε μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο με εμπνευστή τον Ουίνστον Τσώρτσιλ, με στόχο μεν να μην ξαναυπάρξει πόλεμος στην Ευρώπη, αλλά και με την λογική της υπεράσπισης των δυτικών δημοκρατιών απέναντι στη Σοβιετική Ένωση.
Οι θεσμοί ωστόσο που αναπτύχθηκαν στους κόλπους του, ξεπέρασαν κατά πολύ τους ψυχροπολεμικούς γεωπολιτικούς στόχους που υπήρχαν.
Το Συμβούλιο αποτέλεσε τον πιο σημαντικό οργανισμό ελέγχου της λειτουργίας των δημοκρατικών διαδικασιών και του κράτους δικαίου, αλλά και προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, στην Ευρώπη.
Κυρίως, η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, αποτελούν τους βασικούς πυλώνες εγγύησης αυτού του πλαισίου.
Δεν υποκαθιστούν τους δικαιοκρατικούς θεσμούς, τις δημοκρατικές διαδικασίες και, εν τέλει, την ενεργητικότητα και εγρήγορση των πολιτών κάθε κράτους.
Αλλά ενεργούν ως καταλύτες, πιέζουν κινητοποιούν, αφυπνίζουν, προκαλούν και επιταχύνουν εξελίξεις.
Και αυτό ακριβώς διότι πρώτο σημείο αναφοράς της Σύμβασης και του Δικαστηρίου είναι ο ευρωπαίος πολίτης και όχι οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις.
Ακριβώς για αυτόν τον λόγο, αποτελεί εξαιρετικά σημαντική στιγμή όχι μόνο για κάθε δημοκράτη Έλληνα και Ελληνίδα, αλλά και για την ιστορία του ίδιου του Συμβουλίου της Ευρώπης, ο αποκλεισμός της Ελλάδας από τον οργανισμό, το 1969, όταν η δημοκρατία στην χώρα μας καταλύθηκε από επίορκους συνταγματάρχες.
Αυτή λοιπόν η τραγική στιγμή για την Ελλάδα ήταν ταυτόχρονα και μια σπουδαία στιγμή για το Συμβούλιο της Ευρώπης.
Γιατί με τη πράξη του αυτή απέδειξε ότι δεν καθοδηγείται αποκλειστικά από γεωπολιτικά συμφέροντα, αλλά από τον υπέρτατο σκοπό της προάσπισης των δημοκρατικών αξιών και θεσμών στην Ευρώπη, παρά τις δύσκολες συνθήκες που δημιουργούσε για αυτές τις αξίες και θεσμούς, ο ψυχρός πόλεμος.
Μια στάση που για να είμαστε ειλικρινείς, δεν τηρούσε με συνέπεια από την ένταξη της Ελλάδας στο Συμβούλιο μέχρι και τη χούντα, την περίοδο που οι παραβιάσεις του μετεμφυλιακού κράτους εις βάρος της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην χώρα μας, υπήρξαν κατάφορες και έστρωσαν το έδαφος για την στρατιωτική δικτατορία που ακολούθησε.
Ευτυχώς, χάρη στον αγώνα που έδωσαν εκατοντάδες προοδευτικοί και δημοκρατικοί πολίτες είχαμε την επιστροφή της δημοκρατίας
Και πράγματι αργότερα, το Συμβούλιο της Ευρώπης, μαζί με την ΕΟΚ, συνεισέφεραν ουσιαστικά στην μετέπειτα θωράκιση και στήριξη της δημοκρατίας στην Ελλάδα κατά την μεταπολίτευση.
Με το τέλος του ψυχρού πολέμου έγινε, θα έλεγα, το μεγάλο και ιστορικό βήμα για τη δημοκρατία και την ειρήνη στην ήπειρό μας, με την ένταξη στο Συμβούλιο της Ευρώπης όχι μόνο χωρών της Ανατολικής Ευρώπης και πρώην Σοβιετικής Ένωσης, αλλά και της ίδιας της Ρωσίας.
Ένα βήμα που επιβεβαίωσε το ιδρυτικό μήνυμα του Συμβουλίου, ότι «η προώθηση της ειρήνης στη βάση της δικαιοσύνης και της διεθνούς συνεργασίας, έχει ζωτική σημασία για την προάσπιση της ανθρώπινης κοινωνίας και πολιτισμού».
Ειρήνη, λοιπόν, στη βάση της δικαιοσύνης.
Μπορούμε να πούμε ότι στη μέτα-ψυχροπολεμική περίοδο των πολέμων στην Γιουγκοσλαβία το Συμβούλιο προώθησε την ειρήνη στη βάση της δικαιοσύνης, χωρίς αντιφάσεις ή χωρίς δύο μέτρα και δύο σταθμά;
Ή ότι έδωσε και αντίστοιχα μηνύματα για πολέμους πέρα από τα σύνορα της Ευρώπης, στην Μέση Ανατολή, στη Λιβύη και στο Αφγανιστάν;
Δυστυχώς όχι, δεν μπορούμε να το πούμε.
Μπορούμε όμως να πούμε ότι για 30 χρόνια μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, οι θεσμοί του Συμβουλίου ανέπτυξαν ένα ισχυρό θεσμικό και νομικό πλαίσιο για τους αγώνες των ευρωπαϊκών δημοκρατικών δυνάμεων και πολιτών, για την ενίσχυση του Κράτους Δικαίου και την εμβάθυνση της δημοκρατίας.
Kαι εδώ, μιας και μιλάμε σήμερα για την ελληνική συμβολή, θα ήθελα να υπογραμμίσω την σημασία που είχαν και έχουν οι παρεμβάσεις των Ελλήνων κοινοβουλευτικών όλων των κομμάτων, στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση.
Να θυμίσω ενδεικτικά, τις προσπάθειες της αείμνηστης Έλσας Παπαδημητρίου σε συνεργασία με τον ΟΗΕ για την καθιέρωση του δικαιώματος στο νερό, αλλά και την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα,
Τις παρεμβάσεις του Θεόδωρου Πάγκαλου για την προώθηση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης ενόψει της διεύρυνσης της ΕΕ του 2004,
Του Γιάννη Δραγασάκη για την προάσπιση του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη απέναντι στην λιτότητα και τις επιπτώσεις της κατά τη διάρκεια της κρίσης της Ευρωζώνης,
Ή του Στρατή Κόρακα για την ανάδειξη των επιπτώσεων του Πολέμου στη Γιουγκοσλαβία.
Όπως, βέβαια να θυμίσω και τη διαχρονική συνεργασία της αντιπροσωπείας μας με την Κυπριακή, για την προάσπιση των δικαιωμάτων των πολιτών της Κυπριακής Δημοκρατίας που παραβιάζονται από την Τουρκική κατοχή.
Αλλά και την δραστηριοποίηση της εθνικής μας αντιπροσωπείας σήμερα, ιδιαίτερα στα ζητήματα των Βαλκανίων, όπου έχουμε αναλάβει την Προεδρία της σχετικής Επιτροπής, όπως και στην προώθηση της διαβουλευτικής δημοκρατίας και της πολυμερούς διπλωματίας.
Και τέλος, να επισημάνω πόσο σημαντικό είναι, σε επίπεδο Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης, το κύρος που προσδίδεται στη χώρα μας από την ανάληψη της Προεδρίας της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης, από τον Θόδωρο Ρουσσόπουλο και από τη θέση της γενικής γραμματέως, από την κα Χατζηβασιλείου.
Αγαπητές φίλες και φίλοι,
Στις μέρες μας η δημοκρατία συνήθως δεν καταλύεται με πραξικοπήματα, όπως την περίοδο του ψυχρού πολέμου.
Ούτε βρίσκεται σε μια έστω ατελή διαδικασία ενίσχυσης, όπως την μεταψυχροπολεμική περίοδο.
Αμφισβητείται, όμως και υπονομεύεται, με νέους τρόπους, σε ένα νέο πιο σύνθετο περιβάλλον πολλαπλών κρίσεων, συγκρούσεων και ανταγωνισμών.
Οι συνθήκες της πολυκρίσης και της μετάβασης σε έναν πολυπολικό κόσμο αποτελούν για κάποιους ευκαιρία για περιστολή δικαιωμάτων και διεύρυνση ανισοτήτων.
Και σε παγκόσμιο αλλά και ευρωπαϊκό επίπεδο, οι αυταρχικές πρακτικές και ο εθνικισμός αποκτούν ολοένα και περισσότερους υποστηρικτές, ως δήθεν απάντηση στην ανασφάλεια.
Είδαμε, επίσης, πώς ορισμένες κυβερνήσεις εκμεταλλεύτηκαν τις έκτακτες συνθήκες της πανδημικής κρίσης, προκειμένου να περιορίσουν τα δημοκρατικά δικαιώματα, το κράτος δικαίου και τους θεσμικούς ελέγχους, καθώς και να αυξήσουν τις απευθείας αναθέσεις και τη διαφθορά.
Παράλληλα, οι πρόσφυγες και οι μετανάστες στοχοποιούνται όλο και περισσότερο από την ακροδεξιά ρητορική, που γίνεται όμως ολοένα και πιο κυρίαρχη στο δημόσιο λόγο.
Ενώ αυξάνονται οι καταγγελίες παράνομων πρακτικών για απώθησή τους ή για περιστολή των δικαιωμάτων τους.
Και ταυτόχρονα βλέπουμε τις επιπτώσεις δύο πολέμων στη γειτονιά μας.
Έναν πόλεμο ως αποτέλεσμα της παράνομης εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία και έναν πόλεμο σε συνέχεια της αιματηρής τρομοκρατικής επίθεσης στο Ισραήλ, που διευρύνεται περιφερειακά και οδηγεί σε ανθρωπιστική καταστροφή, με εκατόμβες νεκρών στη Γάζα, από τις ισραηλινές στρατιωτικές επιχειρήσεις.
Και οι δύο πόλεμοι επηρεάζουν βαθύτατα τόσο τις κοινωνίες μας όσο και τα πολιτικά μας συστήματα, καθώς διογκώνονται κύματα μίσους – αντιισλαμισμού, αντισημιτισμού, ο φανατισμός υπέρ ή κατά της Ρωσίας.
Παράλληλα, θέτουν σε αμφισβήτηση την προσήλωση ευρωπαϊκών οργανισμών όπως το Συμβούλιο της Ευρώπης, στις αξίες που διακηρύσσουν.
Διότι πώς μπορεί η ΕΕ ή το Συμβούλιο της Ευρώπης να μην κατηγορηθούν για δύο μέτρα και δύο σταθμά, αν συγκρίνει κανείς την στάση που τηρούν απέναντι στον πόλεμο στην Ουκρανία σε σύγκριση με αυτόν στην Παλαιστίνη;
Θέλω να κλείσω, όμως, με ένα ακόμα πιο κρίσιμο θέμα.
Μιλάμε για τον ρόλο του Συμβουλίου της Ευρώπης στην ενδυνάμωση της δημοκρατίας στην Ελλάδα.
Και θεωρώ ότι όλοι μας αποδίδουμε ιδιαίτερη αξία στην καταλυτική συμβολή της νομολογίας του Δικαστηρίου στην εκκαθάριση της ελληνικής έννομης τάξης από αναχρονιστικές ρυθμίσεις και πρακτικές που προσέβαλλαν τη θρησκευτική ελευθερία και οδήγησαν σε καταδίκες της Ελλάδας, όπως για παράδειγμα την καταχρηστική εργαλειοποίηση του αδικήματος του προσηλυτισμού ή την υποχρεωτικότητα εφαρμογής της Σαρίας.
Το ίδιο ισχύει και για την επιτάχυνση της αναγνώρισης της συμβίωσης ζευγαριών ανεξαρτήτως φύλου, που στην Ελλάδα νομοθετήθηκε το 2015, σε συνέχεια καταδικαστικής απόφασης του Δικαστηρίου.
Την ίδια στιγμή, εξίσου ή και περισσότερο σημαντική υπήρξε η διαπίστωση συστημικών ελλειμμάτων στην προστασία των δικαιωμάτων και του κράτους δικαίου για την οποία η Ελλάδα αντιμετωπίζει εκατοντάδες υποθέσεις.
Όπως οι απαράδεκτες καθυστερήσεις στην απονομή δικαιοσύνης.
Το ζήτημα των ενώσεων στη Θράκη.
Ή οι συνθήκες κράτησης και η ατιμωρησία σε σχέση με περιστατικά αστυνομικής βίας.
Διαχρονικές παθογένειες απέναντι στις οποίες, έχουμε ευθύνη και πρέπει όλοι να ενεργοποιηθούμε.
Να αποδεχτούμε τις παθογένειες και τα ελλείματα της χώρας μας, ώστε να τα διορθώσουμε.
Άλλωστε ο πήχης για την Ελλάδα, όπως τόνισε χθες και ο Έλληνας Δικαστής, ο κος Κτιστάκης, πρέπει να είναι οι χώρες που είναι, όπως εμείς, 40 χρόνια στην ΕΕ, και όχι χώρες που δεν είναι καν μέλη της.
Παράλληλα, μπορούμε ευλόγως να ελπίζουμε πως οι θεσμοί του Συμβουλίου της Ευρώπης θα συμβάλλουν και στην αποκατάσταση υποθέσεων που αποτελούν τις μεγαλύτερες μαύρες κηλίδες, τις ανοιχτές πληγές του κράτους Δικαίου στη πατρίδα μας και που άνοιξαν, δυστυχώς, τα τελευταία χρόνια.
Αναφέρομαι όπως όλοι θα καταλάβατε, στο μεγάλο σκάνδαλο των μαζικών παράνομων τηλεφωνικών παρακολουθήσεων.
Κυρίως όμως αναφέρομαι στις αδιανόητες για μια ευρωπαϊκή χώρα, προσπάθειες παρακώλυσης των ερευνών της αρμόδιας ανεξάρτητης αρχής.
Και στην αδυναμία των δικαστικών αρχών να εντοπίσουν τους υπευθύνους και να αποδώσουν δικαιοσύνη.
Ενώ αντίστοιχη ολιγωρία των αρχών, εντοπίζεται τόσο στο δραματικό ναυάγιο της Πύλου με τον πνιγμό εκατοντάδων προσφύγων και μεταναστών, ενώ βρίσκονταν επί 16 ώρες στην περιοχή έρευνας και διάσωσης της Ελλάδας.
Αλλά και στο σιδηροδρομικό έγκλημα των Τεμπών, με τον άδικο χαμό 57 συνανθρώπων μας.
Θυμίζω ότι ο Ολλανδός βουλευτής του ΕΛΚ, Peter Omtzigt, κατέθεσε στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση πέρσι, σχετική έκθεση με θέμα το σκάνδαλο των παράνομων παρακολουθήσεων και ψήφισμα που υποστηρίχτηκε από την ολομέλεια.
Η Ελλάδα είχε κληθεί, με ακόμη 4 μέλη του Συμβουλίου, από την Επιτροπή Νομικών Υποθέσεων της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης, να διερευνήσει τη χρήση παράνομων λογισμικών παρακολουθήσεων και να παράσχει εξηγήσεις για το θέμα.
Και σήμερα - με τη συναίνεση όλων μας- η Ελλάδα είναι υπό επιτήρηση από την Κοινοβουλευτική Συνέλευση.
Αν θέλουμε, λοιπόν, στο μέλλον να γιορτάζουμε με μεγαλύτερη περηφάνεια επετείους σαν τη σημερινή, των 50 χρόνων από την επανακύρωση της Ευρωπαικής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου από τη χώρα μας, επιβάλλεται η εκτελεστική αλλά και η δικαστική της εξουσία, να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων.
Για να μπορούμε να μιλάμε πραγματικά για εμβάθυνση του Κράτους Δικαίου, για μια ισχυρή και όχι για μια πάσχουσα Δημοκρατία».
0 Σχόλια