Κώστας Κουρτίδης
Σε προηγούμενο κείμενο στο Geoeurope με τίτλο «Το κόστος ανοικοδόμησης της Ουκρανίας», εξετάσαμε κάποιες εκτιμήσεις για το κόστος που αναμένεται να επωμιστεί η ΕΕ, για τη μεταπολεμική ανασυγκρότηση της Ουκρανίας. Στο κείμενο αυτό, περιλαμβάνονται κάποια σημεία του προηγούμενου κειμένου και γίνεται προσπάθεια να συνδεθούν οι προσπάθειες της ΕΕ με τους σχεδιασμούς της κυρίαρχης ελίτ της Ουκρανίας.
Στο σημείωμα αυτό δεν εξετάζονται σενάρια για τον τερματισμό και τον χρόνο λήξης του πολέμου, αν και η συζήτηση που διεξάγεται αυτές τις ημέρες, σε διεθνές επίπεδο, αφορά αυτές τις προοπτικές.
Εδώ εξετάζονται κάποια σχέδια για την ανοικοδόμηση της Ουκρανίας, όπως τα έχει επεξεργαστεί μέχρι τώρα η ΕΕ και η ουκρανική ηγεσία υπό τον Ζελένσκι. Δεν αποτελούν πλήρη σχέδια, αλλά περισσότερο κατευθύνσεις στρατηγικής που θα ήθελαν να υλοποιήσουν.
Τα σχέδια αυτά είναι ευάλωτα γιατί οι εξελίξεις ενός πολέμου μπορεί να είναι απρόβλεπτες. Κυρίως γιατί, τόσο η Ουκρανία, όσο και η ΕΕ δεν αναμένεται να περιληφθούν μέσα στους νικητές αυτού του πολέμου, το αντίθετο.
Η ανοικοδόμηση της Ουκρανίας θα κοστίσει περίπου 600 δισεκατομμύρια ευρώ. Αυτή η εκτίμηση προέρχεται από μελέτη του Κέντρου Ερευνών Οικονομικής Πολιτικής (CEPR), ένα think tank με έδρα το Λονδίνο, το οποίο ασκεί επιρροή στις Βρυξέλλες. Οι καταστροφές από τους ρωσικούς βομβαρδισμούς και η αναγκαστική διακοπή της βιομηχανικής και αγροτικής παραγωγής, έχουν γονατίσει τη χώρα. Για να ανασυγκροτηθεί θα χρειαστεί δυτική υποστήριξη.
ΕΥΡΩΠΑΪΚΑ ΣΧΕΔΙΑ
Μέχρι στιγμής, οι δυτικές χώρες έχουν παράσχει στην Ουκρανία βοήθεια περίπου 24 δις δολαρίων κατά τους δύο πρώτους μήνες του πολέμου. Αυτή η εκτίμηση προέρχεται επίσης από το Ινστιτούτο για την Παγκόσμια Οικονομία του Κιέλου, το οποίο έχει παρακολουθήσει τη βοήθεια από την ΕΕ, τις ΗΠΑ και άλλες κυβερνήσεις των G7. Το ποσό της βοήθειας πρόκειται να αυξηθεί· «Όσο συνεχίζονται οι επιθέσεις και οι φρικαλεότητες, θα παρέχουμε βοήθεια», δήλωσε ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν. Μεγάλο μέρος αυτής της βοήθειας επικεντρώνεται στη στρατιωτική πλευρά, αλλά μια χώρα που πρέπει να καλύψει και τα τεράστια δημοσιονομικά κενά, τα οποία αυξάνονται. Ο Λευκός Οίκος σχεδιάζει να στηρίξει τον ουκρανικό προϋπολογισμό με 8,5 δις δολάρια φτάνοντας τη βοήθεια των ΗΠΑ στο 0,25% του αμερικανικού ΑΕΠ. Περισσότερα από τα 42 δις που δόθηκαν από τις ΗΠΑ σε αναπτυξιακή βοήθεια σε όλες τις χώρες του κόσμου το 2021. Πρόσφατα, ο Λευκός Οίκος εξήγγειλε ένα νέο πακέτο στήριξης της Ουκρανίας, ύψους 40 δις δολαρίων, μεγάλο μέρος του οποίου κατευθύνεται σε στρατιωτική βοήθεια.
Ένα ξεχωριστό κεφάλαιο αφορά την ανοικοδόμηση της χώρας μετά το τέλος του πολέμου. Η Σχολή Οικονομικών Επιστημών του Κιέβου εκτιμά το συνολικό κόστος του πολέμου για την ουκρανική οικονομία σε 600 δις δολάρια. Η μελέτη του CEPR εκτιμά ότι η εξωτερική βοήθεια που απαιτείται για την ανοικοδόμηση (δηλαδή καθαρή από τη διαχρονική συνεισφορά των ίδιων των ουκρανικών ταμείων) μπορεί να κυμαίνεται μεταξύ 200 και 500 δις ευρώ, ανάλογα με ορισμένους παράγοντες. Σύμφωνα με την ανάλυσή του, πέρα από το ακριβές ύψος της ανασυγκρότησης, αυτό που έχει σημασία είναι ότι η ΕΕ πρέπει να ηγείται αυτής της διαδικασίας με τη συμμετοχή πολυμερών θεσμών, όπως το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) ή η Παγκόσμια Τράπεζα και ειδικότερα, οι ΗΠΑ.
To CEPR υπογραμμίζει ότι οι Βρυξέλλες όχι μόνο θα πρέπει να αναλάβουν τη διεύθυνση της επιχείρησης, αλλά θα πρέπει επίσης να τη χρηματοδοτήσουν, με στόχο την ένταξη της Ουκρανίας στην ΕΕ. Η μελέτη συνδέει αυτήν την προοπτική με την ανάγκη «της διαχείριση της βοήθειας να είναι απολύτως συνεπής με τις πολιτικές και τις διαδικασίες της ΕΕ», προκειμένου να παρέχει μια αξιόπιστη πηγή πίεσης για θεσμικές μεταρρυθμίσεις, καθώς και τη δημιουργία κλίματος εμπιστοσύνης για τις ιδιωτικές επενδύσεις.
Σύμφωνα με δημοσιεύματα του Bloomberg, οι Βρυξέλλες έχουν ήδη ενεργοποιήσει ένα σχέδιο που αποσκοπεί στη χρηματοδότηση της ανοικοδόμησης και έχουν ήδη ειδοποιήσει τα κράτη μέλη για την ανάγκη να ανοίξουν το πορτοφόλι τους για να «πληρώσουν το μεγαλύτερο μέρος του κόστους». Αυτό σημαίνει πρακτικά, ότι οι ευρωπαϊκές οικονομίες που βρίσκονται σε κρίση, θα πρέπει να επιβαρυνθούν περισσότερο με τα έξοδα ανοικοδόμησης της Ουκρανίας.
Οι υποστηρικτές αυτής της πολιτικής, θεωρούν ότι υπάρχουν πολλά οφέλη που θα μπορούσε να αποκομίσει η ΕΕ από την ένταξη της Ουκρανίας στους κόλπους της.
Πρώτα από όλα, η θέση της, στρατηγικής σημασίας ως σταυροδρόμι μεταξύ Ανατολής και Δύσης, δεύτερον, η αγροτική παραγωγή της και τέλος τα πλούσια ενεργειακά και ορυκτά της αποθέματα, από αέριο μέχρι άνθρακα και σπάνιες γαίες.
To CEPR θεωρεί ότι η ανοικοδόμηση της χώρας πρέπει να θεωρηθεί ως «μια ευκαιρία για ένα τεχνολογικό άλμα. Η πιο προφανής δυνατότητα είναι να δημιουργηθεί μια οικονομία χωρίς άνθρακα». Οι Βρυξέλλες θα πρέπει επομένως να χρησιμοποιήσουν τους πόρους ανασυγκρότησης για να κάνουν την πρώην σοβιετική χώρα ένα είδος πρότυπου μιας χώρας με πολύ χαμηλές εκπομπές ρύπων που θα πρέπει να γίνει, με την πάροδο του χρόνου, η μηχανή για την πράσινη συμφωνία, ικανή να μειώσει την τεχνολογική εξάρτηση και τις κρίσιμες πρώτες ύλες από το εξωτερικό, ιδίως από την Κίνα.
Μέσω της ανασυγκρότησης του ουκρανικού βιομηχανικού μηχανισμού, θα μπορούσε να προωθηθεί η μετατροπή του προς την παραγωγή εκείνων των εξαρτημάτων που είναι απαραίτητα για την οικολογική μετάβαση, τα οποία η ΕΕ αναγκάζεται να εισάγει κυρίως από την Κίνα. Επιπλέον, η Ουκρανία είναι πλούσια σε βασικά υλικά για την πράσινη αλλαγή: από λίθιο και σπάνιες γαίες, απαραίτητα για τις μπαταρίες ηλεκτρικών αυτοκινήτων. Πριν από ένα χρόνο, τον Ιούλιο του 2021, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η κυβέρνηση του Κιέβου υπέγραψαν μνημόνιο κατανόησης για την έρευνα και την εκμετάλλευση ουκρανικών κρίσιμων υλικών.
Για την υλοποίηση αυτού του σχεδίου, υπάρχει μια κρίσιμη παράμετρος, που το κάνει ασταθές. Τι θα συμβεί στη περίπτωση που τα εδάφη με αυτά τα μεταλλεύματα βρεθούν υπό τον έλεγχο της Μόσχας. Όπως επίσης, το ότι είναι άγνωστο το ποσοστό της βιομηχανικής υποδομής της χώρας που δεν θα έχει καταστραφεί από τον πόλεμο.
ΟΙ ΕΠΙΔΙΩΞΕΙΣ ΤΗΣ ΟΥΚΡΑΝΙΑΣ
Ο Ζελένσκι έχει ένα συγκεκριμένο περιβάλλον και είναι όλοι νέοι κατά μέσο όρο. Πολλοί έχουν σπουδάσει ή εργαστεί στη Μεγάλη Βρετανία, κάποιοι στην Αμερική. Μερικοί από αυτούς εμφανίζονται να είναι μορφωμένοι με μη τετριμμένες ρητορικές δεξιότητες, φαίνονται πολύ αποφασιστικοί και το σημαντικότερο, είναι συντονισμένοι στη γραμμή που προωθούν. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι υπάρχει μια συνεκτική και ομοιογενής ομάδα ανθρώπων που μοιράζονται μια συγκεκριμένη πολιτική στρατηγική για να κρατήσουν την εξουσία στην Ουκρανία.
Προφανώς, εκτός από τα δικά τους συμφέροντα, εκφράζουν τα συμφέροντα ενός μέρους της αστικής τάξης της Ουκρανίας. Η τελευταία δεν φαίνεται να είναι ενιαία, ως προς τους μελλοντικούς προσανατολισμούς της χώρας. Όχι σε ό,τι αφορά την κατεύθυνση προς τη Δύση, αλλά ως προς τα σχέδια ανοικοδόμησης της Ουκρανίας που πρέπει να υιοθετηθούν.
Με την εξέλιξη του πολέμου, η ομάδα Ζελένσκι δυναμώνει πολιτικά, παρά το ότι οι στρατιωτικές εξελίξεις είναι σε βάρος της Ουκρανίας. Αυτό όμως, δεν σημαίνει ότι αυτή η τάση μπορεί να αναπαράγεται στο διηνεκές. Μια μεγάλη στρατιωτική ήττα, μπορεί να αλλάξει πλήρως τις ισορροπίες.
Η ομάδα Ζελένσκι δεν έχει κανένα πρόβλημα να είναι εξαρτημένη από τα κέντρα της Δύσης, έχει βρει επιμέρους στρατηγικές για να διαχειρίζεται αυτή τη σχέση εξάρτησης και να ισχυροποιείται πολιτικά στο εσωτερικό της χώρας.
Η ΟΥΚΡΑΝΙΑ ΠΡΙΝ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ
Πριν από την έναρξη του πολέμου, η Ουκρανία ήταν η 133η χώρα στον κόσμο σε ό,τι αφορά το κατά κεφαλήν ΑΕΠ. Υπό αυτές τις συνθήκες, η Ουκρανία ουσιαστικά δεν θα μπορούσε ποτέ να ενταχθεί στην ΕΕ. Η είσοδος δεν θα είχε ως παράμετρο μόνο ποσοτικούς δείκτες, αλλά και ποιοτικούς όπως η διαφάνεια, η διαφθορά, η βιωσιμότητα και οι προοπτικές θα ήταν ακόμη χειρότερες.
Από το 2000 έως το 2021, η Ουκρανία έχασε το 15% του πληθυσμού της λόγω της μετανάστευσης, της χαμηλής γεννητικότητας (η χαμηλότερη στην Ευρώπη) και της υψηλής θνησιμότητας μεταξύ των ηλικιωμένων. Η Ουκρανία χάνει πληθυσμό από το 1994. Έχασαν επίσης την Κριμαία και τις δύο δημοκρατίες του Ντονμπάς. Η τελευταία απογραφή είναι από το 2001 και δηλώθηκαν 42 εκατομμύρια κάτοικοι. Άλλες πιο ενημερωμένες εκτιμήσεις (που έγιναν από τους ίδιους τους Ουκρανούς) ρίχνουν τον πληθυσμό στα 35-36 εκατομμύρια ή και λιγότερα. Τα σημερινά 6 εκατομμύρια πρόσφυγες, θα είναι άλλο ένα -15% του πληθυσμού σε μόλις τρεις μήνες, αν σταματήσουν εδώ οι εξελίξεις.
Όπως είναι γνωστό, η εθνοτική σύνθεση διαμορφώνεται με βάση δύο πόλους, έναν περισσότερο ουκρανοευρωπαϊκό στη Δύση και έναν ρωσόφωνο στην Ανατολή. Ο Δνείπερος κόβει την ουκρανική συνέχεια στα δύο και χρησιμεύει ως διαχωριστικό μεταξύ δύο διαφορετικών κοινωνικοδημογραφικών οντοτήτων, με αποκλίνουσες απόψεις σε πολλά θέματα.
Όσον αφορά το έγκλημα, η Ουκρανία ήταν ιστορικά ενεργή στη διακίνηση γυναικών για πορνεία στην Ευρώπη, ενώ από την εκτεταμένη πώληση σοβιετικών στρατιωτικών αποθεμάτων μετά το 1991, η διακίνηση όπλων ήταν επίσης εξαιρετικά υψηλή. Ο Παγκόσμιος Δείκτης Οργανωμένου Εγκλήματος στην έκθεση του 2021, κατέγραψε την Ουκρανία ως «η» ή «μία από τις κύριες» αγορές όπλων στην Ευρώπη, ιδιαίτερα μικρού και μεσαίου διαμετρήματος, με τα σχετικά πυρομαχικά που προέρχονται από την αδιάκοπη ροή όπλων από τις Ηνωμένες Πολιτείες για τουλάχιστον είκοσι χρόνια. Δηλαδή, από τα αποθέματα όπλων με τα οποία οι ΗΠΑ και η Δύση εκπαίδευαν τις ένοπλες δυνάμεις της Ουκρανίας. Όπλα που αναδιανέμονται στην τρομοκρατία και το οργανωμένο έγκλημα σε όλο τον κόσμο. Είναι σαφές ότι η τρέχουσα ροή όπλων από τη Δύση, θα δώσει άλλη ώθηση στο παράνομο εμπόριο. Ήδη στις ΗΠΑ αναρωτιούνται αν έχουν έλεγχο των όπλων που παραδίδονται, αλλά ο Λευκός Οίκος έχει απαγορεύσει τέτοιου είδους προβληματισμούς.
Η έκθεση του 2013 του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ INCSR (International Narcotics Control Strategy Report) κατατάσσει την Ουκρανία ως έναν από τους βασικούς κόμβους για τη διεθνή διακίνηση ναρκωτικών και τον πρώτο κόμβο για την είσοδο κοκαΐνης και ηρωίνης στην Ευρώπη μέσω των λιμανιών της Οδησσού και της Μαριούπολης. Η ουκρανική μαφία ασχολείται με σταθερές δουλειές (όπλα, ναρκωτικά, γυναίκες), έχοντας ειδικές σχέσεις με την ιταλική «Ντραγκέτα».
H Ουκρανία δεν θεωρήθηκε ως δημοκρατική χώρα από το Freedom House (όση βαρύτητα μπορεί να έχουν αυτές οι κατατάξεις από think tanks που ελέγχονται από την Ουάσιγκτον), αλλά ως partly free χώρα, δηλαδή ως ημιαυταρχική. Σε πιο πρόσφατες κατατάξεις, η Ουκρανία βρέθηκε στην 86η θέση στον Δείκτη Δημοκρατίας, μεταξύ Φίτζι και Σενεγάλης και χαρακτηρίστηκε ως «υβριδικό καθεστώς», αλλά όχι ως πλήρης δημοκρατία. Από το 2020, η κυβέρνηση του Κιέβου έχει ξεκινήσει μια σκληρή αντιπαράθεση με το Συνταγματικό Δικαστήριο, με στόχο τη θέσπιση πιο άκαμπτων και αυστηρών νόμων, αλλά παρακάμπτοντας τις συνταγματικές προφυλάξεις. Χάρη στον πόλεμο, μπόρεσε να συλλάβει και να εξαφανίσει πολλούς αντιφρονούντες, φιμώνοντας τα μη φιλοκυβερνητικά μέσα ενημέρωσης και θέτοντας εκτός νόμου τα αντίπαλα κόμματα. Ο στρατιωτικός νόμος παρατείνεται πλέον τουλάχιστον μέχρι τον Ιούνιο.
Η προβληματική διάγνωση είναι ότι η Ουκρανία ήταν ουσιαστικά μια αποτυχημένη χώρα (failed state) με βάση τα δυτικά κριτήρια. Πολύ μεγάλη, όχι επαρκώς δημοκρατική, πολύ αραιοκατοικημένη, πολύ εθνοτικά ανομοιογενής, πολύ ασύμμετρη ως προς το φύλο (μεγάλη αναλογία γυναικών), πολύ φτωχή, δομικά αγροτοβιομηχανική ─σε αντίθεση με το μοντέλο της Δύσης που αναπτύχθηκε με βάση τις υπηρεσίες─ και πολύ επηρεασμένη από τους απειλητικούς Ρώσους γείτονες.
Με πάρα πολλά συμφέροντα που εμπλέκονται σε όλα αυτά, όπως μια αστική τάξη χωρίς στρατηγικούς προσανατολισμούς, το σύστημα των ολιγαρχών με έντονα στοιχεία διαπλοκής, ενός μεγάλου αριθμού οικονομικά ισχυρών εγκληματιών που εμπλέκονται σε εμπορία γυναικών, όπλων και ναρκωτικών, αλλά και των ιδιοκτητών διαφόρων μέσων ενημέρωσης που προσπαθούν να αυτονομηθούν. Ένα τέτοιο σύστημα δεν έχει μέλλον και σίγουρα τίποτα που να ενδιαφέρει την ομάδα του Ζελένσκι, ασχέτως αν βασίστηκε επάνω του για να αναδειχθεί. Η διαδικασία μεταρρύθμισης για την ένταξη στην ΕΕ είναι περίπου απίθανη για τα επόμενα 10-15 χρόνια και θα χρειάζονταν πολλά χρόνια μέχρι να ολοκληρωθεί. Ενδιαμέσως χρειάζεται ένας εκσυγχρονισμός, ακόμα και βίαιος.
Η ΟΥΚΡΑΝΙΑ ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ
Ο στρατηγικός στόχος του Ζελένσκι ανακοινώθηκε στις αρχές Απριλίου. Ο Ζελένσκι διακήρυξε τον στόχο να γίνει η Ουκρανία «Μεγάλο Ισραήλ». Όχι από θρησκευτική άποψη, αλλά από γεωπολιτική και οικονομική. Το Ισραήλ είναι μια χώρα που δεν βρίσκεται σε ειρήνη, αλλά σε μόνιμη επιφυλακή για τους τοπικούς εχθρούς. Αυτός είναι ένας εξαιρετικός εσωτερικός ρυθμιστής γιατί απλοποιεί την πολιτική ζωή, στο βαθμό που όλοι οι Ισραηλινοί είναι ενωμένοι στην ιδέα ότι πρέπει να αμυνθούν απέναντι σε εχθρικούς γείτονες. Η υλοποίηση αυτού του στόχου, προβλέπει μια σημαντική στρατιωτικοποίηση της ζωής των πολιτών και πάνω από όλα μια σαφή κατεύθυνση ανάπτυξης της οικονομικής δραστηριότητας.
Αυτή η κατεύθυνση έκανε το Ισραήλ αυτό που ονομάζεται ως «start-up χώρα», δηλαδή μια χώρας που βασίζεται στην ανάπτυξη της τεχνολογίας. Η τεχνολογική υπεροχή του Ισραήλ, είναι παγκοσμίως αναγνωρισμένη και ακόμα αν αυτές οι δραστηριότητες ξεκινούν από στρατιωτικές στρατηγικές, επιφέρουν σημαντικές πολιτικές επιπτώσεις.
Έχοντας ως δεδομένο τα βιο-εργαστήρια τρίτων ─κυρίως των ΗΠΑ─ που ήδη συνωστίζονταν στην Ουκρανία, όπως απέδειξαν οι στρατιωτικές επιχειρήσεις, ανοίγει η πιθανότητα φιλοξενίας πιο προηγμένων αλλά και πιο επικίνδυνων μορφών έρευνας, όπως για παράδειγμα για την τεχνητή νοημοσύνη, που προσπάθησαν να κάνουν οι Σαουδάραβες. Ο Έλον Μασκ έχει ήδη φέρει τα τερματικά για το Starlink στην Ουκρανία. Η προηγμένη έρευνα σε αυτά τα επικίνδυνα πεδία από τις ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο, τη Γαλλία και τη Γερμανία, χρειάζεται τρίτες χώρες για να μεταφέρει τους κινδύνους.
Οι στρατιωτικές επενδύσεις και ο προσανατολισμός στην ψηφιακή στρατηγική, απαραίτητη για κάθε πόλεμο, θα μπορούσαν να διαμορφώσουν το υπόβαθρο καινοτομίας για την Ουκρανία, η οποία έχει ήδη τέσσερις ψηφιακούς «μονόκερους» ─GitLab, Bitfury, People.ai και Grammarly─ πρώτης γραμμής και 5-6 άλλους χαμηλότερης εμβέλειας. Το Unit. City στο Κίεβο, θεωρείται ήδη το πιο σημαντικό τεχνολογικό πάρκο στην Ανατολική Ευρώπη.
Θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι αυτή η στρατηγική, είναι περίπου η ίδια που υιοθέτησαν, μετά τη διάλυση του Συμφώνου της Βαρσοβίας, οι τρεις δημοκρατίες της Βαλτικής, οι οποίες, μεταξύ άλλων, είναι αυτές που έχουν καταγράψει τους σημαντικότερους δείκτες οικονομικής ανάπτυξης στην Ευρώπη τις τελευταίες δεκαετίες. Όμως, όπως στην περίπτωση του Ισραήλ ή των δημοκρατιών της Βαλτικής, αυτό το είδος οικονομικής ανάπτυξης με επίκεντρο τη πληροφορική μπορεί να υποστηριχθεί μόνο από ένα νεότερο και αριθμητικά περιορισμένο πληθυσμό.
Η μετανάστευση, λόγω του πολέμου, θα περιορίσει σημαντικά τον αριθμό των Ουκρανών. Το ίδιο και η προσάρτηση εδαφών, με τον πληθυσμό τους, που καταλαμβάνει η Ρωσία. Το ίδιο και οι μεγάλες απώλειες του πολέμου.
Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΩΣ ΚΑΤΑΛΥΤΗΣ
Ο πόλεμος, όπως ξέρουμε, είναι επιταχυντής. Στις περίπλοκες ιστορικές μεταβάσεις, ο πόλεμος έπαιζε πάντα το ρόλο της «δημιουργικής καταστροφής», συγκεντρώνοντας μεγάλη δυναμική σε σύντομο χρονικό διάστημα και πληρώνοντας με θανάτους και υλικές καταστροφές, Ένα μέρος του σταθερού και μεταβλητού κεφαλαίου πρέπει να καταστραφεί, για να μπορέσουν κάποια τμήματα της αστικής τάξης να αποκαταστήσουν όρους επαρκούς κερδοφορίας, ενσωματώνοντας και τις τεχνολογικές εξελίξεις.
Ο Ζελένσκι και ο κύκλος του εκμεταλλεύτηκαν τον πόλεμο. Σε πρώτο στάδιο για να ισχυροποιήσουν τους δεσμούς τους με τη Δύση. Σε δεύτερο στάδιο, ήλπιζαν ότι θα μπορούσαν να έχουν στρατιωτικές επιτυχίες απέναντι στη Ρωσία για να ισχυροποιηθούν περισσότερο. Στο βαθμό που αυτό δεν έγινε εφικτό, κατάλαβαν ότι θα έπρεπε να μοχλεύσουν την ρωσική υπεροχή. Δηλαδή, σε τρίτο στάδιο κατάλαβαν ότι χρειαζόταν τον πόλεμο για να εκμεταλλευτούν τη ρωσική υπεροχή, που οδηγεί σε επιχειρήσεις «απλοποίησης» της Ουκρανίας. Δηλαδή, συρρίκνωση μιας μη διαχειρίσιμης και μη αναμορφώσιμης χώρας. Κερδίζοντας εδάφη και ενσωματώνοντας τον ρωσόφωνο πληθυσμό ─μαζί με τη μαζική μετανάστευση που δημιουργείται σε αυτές τις περιπτώσεις─ η Μόσχα μετατρέπει την εναπομένουσα Ουκρανία σε πιο ομοιογενή και με μικρότερο πληθυσμό.
Με τη στάση του, ο κύκλος Ζελένσκι εξυπηρετεί τα συμφέροντα του αμερικανικού ιμπεριαλισμού ασκώντας πίεση στη Ρωσία, μέσα στα πλαίσια της αντιπαράθεσης μεταξύ του δυτικού μονοπολισμού και της πολυπολικότητας που προωθούν η Κίνα, η Ρωσία και οι BRICS. Παράλληλα, προσπαθεί να εκμεταλλευτεί την κατάσταση που διαμορφώνεται από τον πόλεμο για να δημιουργήσει συνθήκες για μια πιο διαχειρίσιμη Ουκρανία.
Μπορεί η Ουκρανία να χάνει στρατιωτικά αυτή τη στιγμή, αλλά η ηγεσία της θεωρεί ότι έχει εξασφαλίσει την προστασία της Δύσης και διάφορα «σχέδια Μάρσαλ», το μεγαλύτερο βάρος των οποίων θα επωμιστεί η ΕΕ. Η τελευταία πρέπει να συμπιέσει τα περίπλοκα βήματα για την πλήρη είσοδο στην ευρωπαϊκή σφαίρα, που είναι ο πρωταρχικός στόχος και του Κιέβου και των Βρυξελλών. Ίσως όχι αμέσως στον κεντρικό πυρήνα της ΕΕ, αλλά στον διευρυμένο κύκλο, στον οποίο περιλαμβάνονται και τα Δυτικά Βαλκάνια, για τον οποίο οι συζητήσεις έχουν ήδη ξεκινήσει, με τη πρωτοβουλία Μακρόν.
Όλα αυτά προϋποθέτουν δύο πράγματα στο πεδίο. Το πρώτο είναι ότι οι Ουκρανοί ξέρουν πολύ καλά ότι θα χάσουν και τυπικά και ουσιαστικά τον πόλεμο με τους Ρώσους, πέρα από τις αντίθετες ρητορείες. Δεν τίθεται υπό αμφισβήτηση αν η Ουκρανία θα χάσει το νοτιοανατολικό τμήμα του Δνείπερου, είναι απλώς ζήτημα το πώς και σε ποιους χρόνους. Το δεύτερο είναι ότι ένας πόλεμος που χάθηκε σύμφωνα με τους συνήθεις κανόνες της καταμέτρησης χαμένων εδαφών, θανάτων και καταστροφών, μπορεί να είναι ένας «κερδισμένος» πόλεμος, εάν ο στόχος ─που υιοθετήθηκε ενδιάμεσα─ είναι να υπάρξει μια απλοποιημένη και συμπιεσμένη Ουκρανία, που θα ενσωματωθεί πιο γρήγορα στο δυτικό στρατόπεδο, χωρίς πολλές αντιρρήσεις. Αγοράζεις ένα μέλλον πληρώνοντάς το με την πώληση του παρελθόντος και του παρόντος.
Επομένως, ο πόλεμος μάλλον θα είναι μακρύς. Ο χρόνος είναι απαραίτητος για να υποχρεωθούν οι Ρώσοι να πληρώσουν υψηλό τίμημα, όπως επιθυμούν οι Αγγλοσάξονες, αλλά αντίστοιχα, από την πλευρά της Μόσχας είναι αναγκαίος για να διαρρήξει την ενότητα της Δύσης, σπάζοντας την αντίσταση της Ευρώπης. Ίσως ο πόλεμος δεν θα τελειώσει ποτέ επίσημα, στο βαθμό που η Δύση δεν θα αναγνωρίσει τα εδαφικά κέρδη της Ρωσίας.
Η Νέα Ουκρανία στην πορεία για έναν επιταχυνόμενο δυτικόστροφο εκσυγχρονισμό, θα χρειαστεί να θεωρηθεί ότι βρίσκεται σε «μόνιμη σύγκρουση», για να διατηρήσει τους πολύτιμους συμμάχους της γύρω της, ενώ εσωτερικά θα αναστείλει τις κοινωνικοπολιτικές συγκρούσεις και τα λαϊκά αιτήματα, για να προχωρήσει προς το «Μεγάλο Ισραήλ».
Αυτό είναι ένα σενάριο που θα ήθελε να υλοποιήσει ένα μέρος της αστικής τάξης και η κυρίαρχη πολιτική ελίτ της Ουκρανίας. Δεν σημαίνει όμως ότι θα το επιτύχει. Μια στρατιωτική ήττα δεν είναι εύκολα διαχειρίσιμη. Μπορεί να υπάρξουν απρόβλεπτες αντιδράσεις από τον λαϊκό παράγοντα, που θα διαλύσουν τα σχέδια της ομάδας Ζελένσκι. Προς το παρόν, αυτό που διαφαίνεται από τη πλευρά αυτής της ομάδας, είναι η υιοθεσία ενός σχεδίου που μετατρέπει τη στρατιωτική ήττα σε μελλοντική «οικονομική επιτυχία».
Στο μέτωπο του πολέμου μόνο Ρώσοι και Ουκρανοί παίζουν με τους νεκρούς, επομένως η κατανόηση της στρατηγικής του Κιέβου είναι απαραίτητη για να αντιληφθούμε καλύτερα το τι συμβαίνει και να μπορούμε να προβλέψουμε το τι θα συμβεί.
Πηγή https://www.geoeurope.org/2022/06/11/sxedia-gia-to-mellon-tis-oykranias/
***To geoeurope είναι ένας ιστότοπος που δημιουργήθηκε από επιστήμονες και ειδικούς που έχουν ασχοληθεί με τη γεωπολιτική της Ευρώπης και έχουν διαπιστώσει συγκεκριμένα κενά στη ροή των πληροφοριών που διαμορφώνουν τις γεωπολιτικές συζητήσεις στην ήπειρό μας.
0 Σχόλια