Του Σταύρου Αραχωβίτη
Τα τελευταία 5 χρόνια ο ΟΠΕΚΕΠΕ, ο Οργανισμός που διαχειρίζεται τις Ευρωπαϊκές επιδοτήσεις της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς τους Έλληνες αγρότες, έχει αλλάξει 6 προέδρους άλλες τόσες διοικήσεις, την ίδια στιγμή που 5 υπουργοί έχουν περάσει από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
Ο Οργανισμός και λόγω αυτής της αστάθειας, αλλά όχι μόνο, έχει βρεθεί στην χειρότερη κατάσταση στην ιστορία του. Για πρώτη φορά τέθηκε σε καθεστώς επιτροπείας από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ενώ απειλούνται πρόστιμα και καταλογισμοί ύψους πολλών εκατομμυρίων Ευρώ στη χώρα μας, λόγω των προβλημάτων στην καταβολή των επιδοτήσεων, που θα επιβαρύνουν όχι μόνο τους Έλληνες αγρότες, αλλά το σύνολο των Ελλήνων φορολογουμένων. Ταυτόχρονα, το προσωπικό του Οργανισμού μειώνεται διαρκώς, λόγω της ανασφάλειας και της πίεσης που βιώνει. Η κατάσταση αυτή φανερώνει την αδιαφορία και την ανικανότητα της Κυβέρνησης να στηρίξει και να διασφαλίσει τη λειτουργία του ΟΠΕΚΕΠΕ με τη σοβαρότητα και την συνέπεια που απαιτείται.
Ο Οργανισμός έχει την θεσμική ευθύνη της κατανομής των Ευρωπαϊκών επιδοτήσεων στους πραγματικούς δικαιούχους αγρότες, έγκυρα, έγκαιρα και με διαφάνεια. Για να επιτελέσει τον ρόλο του πρέπει να λειτουργήσει με καθεστώς ανεξαρτησίας και λογοδοσίας. Χρειάζεται ανεξάρτητη Διοίκηση, διακομματικά ελεγχόμενη, υπό την εγγύηση της Ελληνικής Βουλής. Χρειάζεται επαρκή στελέχωση με εξειδικευμένο προσωπικό, με σταθερές σχέσεις εργασίας, εξοπλισμό και αξιοποίηση της σύγχρονης τεχνολογίας.
Ο Οργανισμός εφαρμόζει την υφιστάμενη Εθνική και Ευρωπαϊκή νομοθεσία. Δεν νομοθετεί ο ίδιος. Ελέγχει την κατανομή των επιδοτήσεων, αξιοποιώντας κάθε δυνατό μέσο και συνεργασία με όλες τις σχετικές, αρμόδιες υπηρεσίες για την καταπολέμηση της απάτης. Η κατανομή των επιδοτήσεων και ο Οργανισμός ελέγχονται συστηματικά από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και άλλους ευρωπαϊκούς θεσμούς, όπως το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο.
Η απαξίωση του ΟΠΕΚΕΠΕ, εκτός της προφανούς ανικανότητας διασφάλισης του θεσμικού του ρόλου, κρύβει σκοπιμότητες. Κάθε χρόνο διαχειρίζεται την καταβολή 3 δισεκατομμυρίων ευρώ σε περίπου 650.000 δικαιούχους. Τα χρήματα είναι πολλά και οι «ορέξεις»μεγάλες. Την περίοδο από το Γενάρη του 2015 μέχρι και τον Ιούνη του 2019 και παρά τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε η χώρα μας, ο Οργανισμός επιτέλεσε το έργο του και τον θεσμικό του ρόλο.
Σήμερα η εικόνα είναι τελείως διαφορετική. Τα τελευταία πεντέμισι χρόνια ο Οργανισμός απαξιώνεται διαρκώς, οι αγρότες δεν ξέρουν πότε και πόσα χρήματα θα λάβουν, τα αναπτυξιακά προγράμματα καρκινοβατούν. Η ρευστότητα στον αγροτικό και μεταποιητικό τομέα είναι στο χειρότερο σημείο της. Προγραμματισμένες επενδύσεις σε τρακτέρ, αναδιαρθρώσεις καλλιεργειών, μεταποιητικές εγκαταστάσεις, έχουν βαλτώσει και κινδυνεύουν να μην πραγματοποιηθούν ποτέ. Ακόμα και τα μεγάλα αρδευτικά έργα υποδομής για τα οποία έχει κλειδώσει η χρηματοδότηση από το 2019, κινδυνεύουν με απένταξη.
Αυτό που απαιτείται επειγόντως είναι η άμεση αλλαγή πολιτικής στον πρωτογενή τομέα, πριν να είναι πολύ αργά. Οι ευρωπαϊκές αγροτικές επιδοτήσεις πρέπει να στηρίζουν τους μικρομεσαίους παραγωγούς, τους συνεταιρισμούς και τις τοπικές μεταποιητικές μονάδες, αποτρέποντας τη συγκέντρωση της παραγωγής στα χέρια λίγων. Η ύπαιθρος χρειάζεται επενδύσεις για μια δίκαιη και βιώσιμη ανάπτυξη, που θα εξασφαλίζει ποιοτικά και προσιτά τρόφιμα για όλους, αντί να υπηρετεί τα κέρδη των μεγάλων αγροβιομηχανιών. Παράλληλα, η στήριξη της βιολογικής γεωργίας, η προστασία των φυσικών πόρων και η προσαρμογή στην Κλιματική Αλλαγή είναι αναγκαία τόσο για τους παραγωγούς όσο και για τους καταναλωτές, διασφαλίζοντας ένα υγιές περιβάλλον και ένα δίκαιο διατροφικό σύστημα. Όλα αυτά αποτελούν μονόδρομο για την επιβίωση και την ανάταξη της ελληνικής γεωργίας, που αποτελεί βασικό πυλώνα της εθνικής οικονομίας.
*Ο Σταύρος Αραχωβίτης είναι πρώην Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
0 Σχόλια