Η συζήτηση για την ανασύσταση της Κεντροαριστεράς στη χώρα εξελίσσεται σε έναν φαύλο κύκλο, όπου το ζητούμενο δεν είναι απλώς η επανένωση των διάσπαρτων δυνάμεων του προοδευτικού χώρου, αλλά η υπέρβαση μιας χρόνιας παθολογίας: της εσωστρέφειας, της θεσμικής κόπωσης και της απουσίας ενός προσώπου που να μπορεί να εμπνεύσει και να ηγηθεί. Το έλλειμμα αυτό δεν είναι απλώς πολιτικό — είναι βαθιά υπαρξιακό για τον χώρο της Κεντροαριστεράς.
Ο Νίκος Ανδρουλάκης, παρά τις προσπάθειες, δεν έχει καταφέρει να δημιουργήσει πολιτική δυναμική που να υπερβαίνει τον κομματικό μικρόκοσμο. Ο Σωκράτης Φάμελλος παραμένει ένας αξιοπρεπής θεσμικός παίκτης, χωρίς όμως εκείνο το προσωπικό χάρισμα που απαιτείται για την ηγεσία. Ο Αλέξης Χαρίτσης εκπροσωπεί μια νέα γενιά, αλλά ακόμα δεν έχει πείσει ότι μπορεί να αναμετρηθεί με το βάρος της ευθύνης. Και, βεβαίως, η στάση του Αλέξη Τσίπρα —ταλαντευόμενη, αμφίσημη, χωρίς καθαρό στίγμα— επιτείνει τη σύγχυση και καθιστά ακόμη πιο θολό το μέλλον της παράταξης που κάποτε έφτασε στην εξουσία.
Μέσα σε αυτό το θολό και κατακερματισμένο τοπίο, αρχίζει να διαφαίνεται —σχεδόν νομοτελειακά— η ανάδειξη ενός νέου πολιτικού προσώπου, όχι ως προϊόν κομματικών ισορροπιών, αλλά ως ιστορική αναγκαιότητα. Ο λόγος για τον σημερινό Δήμαρχο Αθηναίων Χάρη Δούκα, ο οποίος, χωρίς θορύβους, εξελίσσεται στον δημοφιλέστερο δήμαρχο της πρωτεύουσας των τελευταίων δεκαετιών.
Το έργο του στον περιβαλλοντικό και αστικό ανασχεδιασμό της Αθήνας, η επιλογή του να δώσει χώρο στους δημότες μέσα από συμμετοχικές διαδικασίες, αλλά και ο θεσμικός του λόγος —που συνδυάζει τεχνοκρατική επάρκεια με προοδευτικό όραμα— συνθέτουν ένα πολιτικό προφίλ που ξεπερνά κατά πολύ τα στενά όρια της τοπικής αυτοδιοίκησης.
Δεν είναι τυχαίο ότι ο Χάρης Δούκας έχει αρχίσει να συζητείται —όχι μόνο παρασκηνιακά— ως ο φυσικός διάδοχος της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ, εφόσον ο Νίκος Ανδρουλάκης αποτύχει είτε να διεκδικήσει με αξιώσεις την πρωθυπουργία, είτε —στο χειρότερο σενάριο— οδηγηθεί σε κυβερνητική σύμπραξη με τη Νέα Δημοκρατία, με ή χωρίς τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Σε μια τέτοια περίπτωση, όπου το ΠΑΣΟΚ θα έχει υποστεί επιπλέον φθορά, ο Δούκας θα κληθεί να επιτελέσει στο κόμμα και στον ευρύτερο προοδευτικό χώρο ό,τι πέτυχε ήδη στην Αθήνα: εκδημοκρατισμό, κοινωνικό πρόσημο και νικηφόρα πορεία.
Η απήχηση που αποκτά είναι τέτοια, που προκαλεί πολιτικό πανικό στους επιτελείς της ΝΔ. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι η κυβέρνηση μελετά αλλαγή του εκλογικού νόμου στην τοπική αυτοδιοίκηση —προκειμένου να αποτρέψει παρόμοιες “εκπλήξεις” και σε άλλους μεγάλους δήμους. Ο Δούκας, άλλωστε, ενσαρκώνει αυτό που η ΝΔ δεν μπορεί να αντιμετωπίσει εύκολα: έναν νηφάλιο, θεσμικό και αποτελεσματικό προοδευτικό ηγέτη, χωρίς κομματικά βαρίδια, με πραγματικό έργο και κοινωνική διείσδυση.
Σε αντίθεση με πολιτικούς που αναλώνονται σε επικοινωνιακά rebranding και ατέρμονες δημοσκοπικές τακτικές, ο Δούκας ακολουθεί μια σταθερή, σχεδόν μαθηματική στρατηγική: Αυτοδιοίκηση – ΠΑΣΟΚ – Βουλή – Μαξίμου. Χωρίς να το διακηρύσσει, χαράζει έναν πολιτικό οδικό χάρτη με πυξίδα την αξιοπιστία και την εφαρμοσμένη πολιτική.
Είναι νωρίς να πούμε αν η ιστορία επιφυλάσσει για τον Χάρη Δούκα ρόλο πρωταγωνιστή στο εθνικό πολιτικό σκηνικό. Όμως, δεν είναι καθόλου νωρίς για να διαπιστώσουμε ότι στην παρούσα συγκυρία, αποτελεί τη μόνη φερέγγυα απάντηση στο έλλειμμα ηγεσίας της Κεντροαριστεράς. Και ίσως, τελικά, όπως έγραφε ο Όμηρος στην Ιλιάδα, να νικήσει όχι εκείνος που διστάζει, αλλά εκείνος που τολμά να ανέβει στα τείχη της Τροίας —ακόμη και αν η έκβαση δεν είναι βέβαιη.
Στην πολιτική, το στοίχημα της Ιστορίας δεν το κερδίζουν οι προσεκτικοί. Το κερδίζουν οι τολμηροί.

0 Σχόλια