Η ολοκλήρωση της πώλησης της Εφημερίδας των Συντακτών στον επιχειρηματία Δημήτρη Μελισσανίδη έναντι 8 εκατ. ευρώ έγινε πρωτοσέλιδη είδηση στο πολιτικο-mediako ρεπορτάζ. Ο επιχειρηματίας που κατέχει ήδη τη Ναυτεμπορική, δημιούργησε στο διαδίκτυο τον τηλεοπτικό σταθμό Naftemporiki TV που σύντομα θα μετατραπεί σε κανάλι ελεύθερης μετάδοσης μέσα από το Εψιλον TV και διαθέτει το Pontos TV, εισέρχεται με αξιώσεις ολιγάρχη στο χώρο των μέσων μαζικής ενημέρωσης.
Η Εφημερίδα των Συντακτών που γεννήθηκε πριν 13 χρόνια- μετά το λουκέτο στην Ελευθεροτυπία, εν μέσω της μνημονιακής καταστροφής στο χώρο των ΜΜΕ, ήταν ένα πρωτοποριακό για την Ελλάδα, εγχείρημα. Εκδόθηκε από τους ίδιους τους εργαζόμενους που συνασπίστηκαν σε Συνεταιρισμό. 13 χρόνια μετά, η έκδοση δεν άντεξε παρά την αναμφισβήτητη επιρροή της στον πολιτικό χώρο, παρά την αναγνωρισμένη “ανεξαρτησία” της από οικονομικά ή κυβερνητικά κέντρα. Παρέμεινε “δημοσιογραφική” με τη βασική γραμμή να καθορίζουν οι πολιτικές και ιδεολογικές απόψεις των ιδίων των συντακτών της και χωρίς τρανταχτούς αποκλεισμούς ή φίμωση αντίθετων απόψεων. Η εφημερίδα δεν μπορούσε πλέον το κόστος έκδοσης, η κυκλοφορία της δεν επαρκούσε για την κάλυψη της (χαμηλής) μισθοδοσίας 120 ανθρώπων. Η πώληση ήταν μονόδρομος και η συνέλευση των συνεταιριστών εργαζομένων ομόφωνα αποφάσισε να τη δώσει στον Δημήτρη Μελισσανίδη. Ο επιχειρηματίας για τα δύο πρώτα χρόνια θα ελέγχει το 51% των μετοχών, θα βάλει περίπου 3,5 εκατ., θα βάλει περίπου 3,5 εκατ. ευρώ. Μετά δύο χρόνια ο Δ. Μελισσανίδης θα αποκτήσει και το υπόλοιπο ποσοστό.
Η συμφωνία προβλέπει την κάλυψη των δεδουλευμένων οφειλών σε εργαζόμενους, περίπου πέντε μηνών, την κάλυψη χρεών σε πιστωτές, διατήρηση όλων των θέσεων εργασίας, υπολογίζονται σε 124, διασφάλιση της συντακτικής ανεξαρτησίας, διατήρηση της σημερινής δομής και διευθυντικής ομάδας της εφημερίδας για δύο χρόνια και αυξήσεις μισθών 7,5%+7,5% το 2026 και 2027.
Ένας κύκλος κλείνει…
Η εξαγορά της Εφημερίδας των Συντακτών ανοίγει έναν νέο κύκλο στην πολιτική επιρροή του έντυπου Τύπου, κλείνει και τυπικά τη μνημονιακή περίοδο στα ΜΜΕ. Όσα media επέζησαν, μεταβιβάστηκαν σε άλλους ιδιοκτήτες, κι όσα στο μεταξύ δημιουργήθηκαν μετά το 2015-2020, επιβίωσαν με την αμέριστη-σχεδόν αποκλειστική κρατική επιδότηση. Οι δύο κυβερνήσεις, του Αλέξη Τσίπρα και του Κυριάκου Μητσοτάκη επέλεξαν αντί να στηρίξουν τη δημοσιογραφία, τους δημοσιογράφους και τα ίδια τα Μέσα ενημέρωσης, να δώσουν γη και ύδωρ στους επιχειρηματίες, εκδότες και ολιγάρχες. Πιθανώς, επειδή θεωρούσαν πως με αυτό τον τρόπο εξασφαλίζουν την χωρίς όρια συναίνεση και υποστήριξή τους.
Η κυβέρνηση της Ν.Δ βρήκε την αφορμή κατά τη διάρκεια της πανδημικής κρίσης του COVID 19 και υπέταξε εξολοκλήρου των χώρο των μέσων ενημέρωσης. Με την εγγύηση των ευρωπαϊκών κονδυλίων, πάνω από 90 εκατ. ευρώ για τα media και κυρίως μέσα από τις διάφορες “Λίστες Πέτσα” της κρατικής διαφήμισης με κονδύλια που την περίοδο 2010-2024 φθάνουν τα 450 εκατ. ευρώ, ο Κυριάκος Μητσοτάκης και η ομάδα του θεωρούσε ότι είχε πλήρως υποταγμένους τους ιδιοκτήτες των Μέσων ενημέρωσης. Ως μπόνους το κράτος πλήρωνε τις ασφαλιστικές εισφορές των εργαζομένων, ως έξτρα μπόνους οι ολιγάρχες έπαιναν από το δημόσιο όποια μεγάλη δουλειά, ευρωπαϊκό πρόγραμμα ή επιδότηση ζητούσαν.
Και πράγματι έως και τα μέσα του 2022 η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας στεκόταν παντοδύναμη με τα περισσότερα ΜΜΕ να ασκούν σκληρή αντιπολίτευση στα κόμματα της …αντιπολίτευσης. Φρόντιζαν με την εξαφάνιση κάθε φωνής από την κοινωνία να μη διαταραχθεί η αταραξία του “ηγέτη Μωϋσή” που έσωζε τη χώρα και περνούσε πολύ καλά στις συχνές διακοπές του.
Παράλληλα με τον πλήρη έλεγχο στα δημόσια ΜΜΕ, ΕΡΤ και Αθηναϊκό Πρακτορείο τα οποία εν μια νυκτί μετατράπηκαν σε “υπηρεσίες” του μεγάρου Μαξίμου, η κυβέρνηση Μητσοτάκη δημιούργησε τους “δικούς της” μιντιάρχες. Δεκάδες ιστοσελίδες δημιουργήθηκαν, εξαπλώθηκε ένας ολόκληρος ελεγχόμενος μηχανισμός (μεταξύ αυτού και η περίφημη Ομάδα Αλήθειας που όπως αποκαλύφθηκε είχε σκοτεινές σχέσεις με το δημόσιο, ενώ τα υποτιθέμενα ανεξάρτητα μέλη της ήταν στελέχη ή μέλη της ΝΔ και αμείβονταν αδρά για αυτό), στο χώρο των Κοινωνικών δικτύων και του Διαδικτύου. Είναι χαρακτηριστικό ότι στη χώρα μας ευδοκιμεί με μεγάλη επιτυχία η ειδίκευση των πιστών, υποταγμένων “φιλοκυβερνητικών” δημοσιογράφων που κατέχουν διαρκώς τα ηνία στο δημόσιο λόγο.
Η πρώτη ρωγμή έγινε με το ξέσπασμα του σκανδάλου των υποκλοπών με το περίφημο Predator. Το Μαξίμου παρακολουθούσε με παράνομο( ισραηλινό όπως αποκαλύφθηκε εν τέλει) λογισμικό σχεδόν τους πάντες. Από υπουργούς της ίδιας της κυβέρνησης, δημοσιογράφους έως και τους φίλους εκδότες, όπως τον “κουμπάρο” Βαγγέλη Μαρινάκη.
Όλη αυτή την περίοδο εξελίσσονταν ο επιχειρηματικός μετασχηματισμός των μέσων ενημέρωσης. Με την κυβέρνηση να προσφέρει τα πάντα στους επιχειρηματίες, ξένους και εγχώριους, οι άλλοτε “εκδότες” με σχέσεις διαπλοκής με το δημόσιο, γιγαντώθηκαν στον ιδιωτικό τομέα. Ελέγχουν πλέον το σύνολο της οικονομίας. Μια μόνο ματιά στην έρευνα “Who owns the media” («Σε ποιον ανήκουν τα ΜΜΕ») από τη δημοσιογραφική ομάδα του Solomon, αρκεί.
Δέκα media-κοί όμιλοι κατέχουν συνολικά 762 εταιρείες που δρατηριοποιούνται σε ναυτιλία, ενέργεια, Τράπεζες, χρηματοοικονομικά, real estate, αθλητισμό, τουρισμό, Υποδομές, υγεία, κατασκευές, βιομηχανία σε 32 χώρες.
Μόλις οι 386 από αυτές έχουν έδρα στην Ελλάδα.
ΕφΣυν, Ελευθεροτυπία, Νέα στην “πολιτική αντιπολίτευση”;
Τα πρώτα ρήγματα στις σχέσεις Μητσοτάκη- μιντιαρχών εντοπίζονται το 2023. Η άγρια αντικοινωνική νεοφιλελεύθερη πολιτική της κυβέρνησης, η διάλυση όλων των υπηρεσιών που σχετίζονται με το “δημόσιο συμφέρον” και η φτωχοποίηση της κοινωνίας, χωρίς ουσιαστική αντιπολίτευση από τα πολιτικά κόμματα του Κοινοβουλίου, έκανε φανερό πως η περίοδος διακυβέρνησης Μητσοτάκη δεν έχει κάτι άλλο να προσφέρει. Η κοινωνία βρίσκεται κυριολεκτικά στα κάγκελα και ο κίνδυνος για το ίδιο το πολιτικό σύστημα και αυτούς που το ελέγχουν είναι ορατός.
Η αλλαγή στάσης παραδοσιακών ΜΜΕ έγινε αισθητή από πέρυσι. Το συγκρότημα του Βαγγέλη Μαρινάκη ο οποίος μέσω της Alter ego κατέχει δύο τηλεοπτικούς σταθμούς, το Mega και το Mega news( στο διαδίκτυο προς το παρόν), τις εφημερίδες Τα Νέα και Το Βήμα, οκτώ ιστοσελίδες μεταξύ αυτών τις επιδραστικές δημοφιλείς in.gr και ot.gr, τέσσερα περιοδικά ένα ραδιοφωνικό σταθμό, τον My Radio 104,6, τηλεοπτικά στούντιο και εταιρείες παραγωγής, άρχισε την αντιπολίτευση στην κυβέρνηση της Ν.Δ. Πέρυσι πρόσθεσε στο χαρτοφυλάκιo του τον τίτλο της “Ελευθεροτυπίας”, τίτλος που ταυτίστηκε με την αντιπολίτευση στις κυβερνήσεις της ΝΔ, ανήκοντας στο λεγόμενο “δημοκρατικό τόξο”. Η εφημερίδα αναμένεται να εκδοθεί ως κυριακάτικο φύλλο.
Στο ίδιο “τόξο” εντασσόταν και η “Εφημερίδα των Συντακτών” που εξαγόρασε ο Δημήτρης Μελισσανίδης, με την εγγύηση ότι θα διατηρήσει το αντιπολιτευτικό πολιτικά προφίλ της.
Ο τρίτος μεγάλος media-κος όμιλος, του Βαρδινογιάννη ελέγχει πλέον τον Alpha και το Star, διαθέτει πέντε ραδιοφωνικούς σταθμούς, εταιρεία παραγωγής προγραμμάτων και ιστοσελίδες με τη δημοφιλή του Newpost.gr ανάμεσα τους.
Οι τρεις παραπάνω όμιλοι φέρονται να βρίσκονται σε κοινή πολιτική γραμμή ή δεν είναι “ανταγωνιστές” στους υψηλούς επιχειρηματικούς στόχους τους.
Απέναντι τους βρίσκεται ο νέος media-κός όμιλος που δημιουργήθηκε με τη βοήθεια της κυβέρνησης Μητσοτάκη μέσα σε δυο χρόνια. Οι Δημήτρης Μπάκος, Γιάννης Καυμενάκης και Αλέξανδρος Εξάρχου μέσω της εισόδου τους στον τομέα της ενέργειας, απέκτησαν πρόσβαση στα media, με την εξαγορά του Action 24 και του ραδιοφωνικού Flash. Η απόπειρα τους να αποκτήσουν πρόσβαση σε έναν πιθανό πολιτικό φορέα της κεντροαριστεράς έληξε άδοξα με το περυσινό λουκέτο στον έτερο τηλεοπτικό σταθμό Attica TV.
“Πιστός” στην κυβέρνηση Μητσοτάκη παραμένει ο τηλεοπτικός σταθμός ΣΚΑΙ του Γιάννη Αλαφούζου, αν και από φέτος πρόσθεσε “πινελιές” αντιπολίτευσης στο πρόγραμμα του. Το συγκρότημα της “Καθημερινής” του Θέμη Αλαφούζου έχει εδώ και αρκετό καιρό αποστασιοποιηθεί από τη αυλή του μεγάρου Μαξίμου, ασκώντας έντονη κριτική στα πεπραγμένα της κυβέρνησης Μητσοτάκη.
Της Ματίνας Παπαχριστούδη στο neostrategy.gr




0 Σχόλια