Recents in Beach

Μακρόν: Η κατάρρευση του «ακραίου κέντρου»

 


Εμφανίστηκε σαν μετεωρίτης στην πολιτική σκηνή της Γαλλίας τοποθετώντας εαυτόν υπεράνω Αριστεράς και Δεξιάς, μια ιδεολογική διάκριση που, όπως υποστήριζε, έχει πάψει από καιρό να υφίσταται και αδυνατεί να λύσει τις προκλήσεις του σήμερα. Οκτώ χρόνια μετά, το φαινόμενο Μακρόν και το «ακραίο κέντρο» του βυθίζονται όλο και περισσότερο στην πολιτική παρακμή και το κενό που τα ίδια δημιούργησαν.

Ο Γάλλος πρόεδρος, Εμανουέλ Μακρόν έχει διορίσει πέντε πρωθυπουργούς την τελευταία διετία. Τρεις μέσα στον τελευταίο χρόνο. Κανείς τους δεν μπόρεσε να μακροημερεύσει. Η τελευταία επιλογή μάλιστα, ο πιστός μέχρι δουλικότητας, Σεμπαστιέν Λέκορνί αναγκάστηκε τη Δευτέρα να υποβάλει την παραίτηση του έπειτα από μόλις 26 μέρες – αν και παραμένει προσωρινά στη θέση του αναζητώντας ένα συμβιβασμό της τελευταίας στιγμής. Μα τι έχουν οι έρμοι και «ψοφάνε»;

Κυβερνητικές πηγές στη Γαλλία αναφέρουν τώρα πως ο Μακρόν θα «αναλάβει τις ευθύνες του» αν αποτύχει και η ύστατη προσπάθεια του Λεκορνί. Πως φτάσαμε όμως στο σημείο ένας άλλοτε παντοδύναμος πρόεδρος να μην μπορεί πια να σχηματίσει κυβέρνηση; Η βασική εξήγηση βρίσκεται στον τελευταίο ναπολεόντειο ελιγμό του προέδρου το προηγούμενο καλοκαίρι ο οποίος κατέληξε σε Βατερλό.

Βλέποντας την προεδρική παράταξη «η Δημοκρατία Μπροστά» να συρρικνώνεται στις τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις και να αδυνατεί πλέον να ελέγξει το κοινοβούλιο, ο Μακρόν επιχείρησε να εκβιάσει το γαλλικό εκλογικό σώμα μετά τις περσινές ευρωεκλογές. Μέθοδος του η δοκιμασμένη συνταγή των «δύο άκρων» που έρχονταν υποτίθεται να συνθλίψουν τη γαλλική δημοκρατία αλλά στην πραγματικότητα έθεταν σε κίνδυνο τη δική του εξουσία.

Η επίκληση αυτή στη σύνεση και τον μικροαστισμό κατέληξε όμως τελικά στο κενό μετά την αναπάντεχη εκλογική επιτυχία του Νέου Λαϊκού Μετώπου (Ανυπότακτη Γαλλία, Σοσιαλιστές, Κομμουνιστές, Πράσινοι) στις εκλογές του Ιουλίου 2024. Η προεδρική «Δημοκρατία Εμπρός» βρέθηκε έτσι μειοψηφική και στριμωγμένη ανάμεσα στις πολιτικές δυνάμεις που υποτίθεται ότι θα κλείδωνε στο σεντούκι της Ιστορίας.

Ούτε με την Αριστερά, ούτε με την Αριστερά

Στην πραγματικότητα βέβαια ενώ ο Μακρόν εμφανιζόταν πάντα ως πολιτικά ουδέτερος, οι σχέσεις του με τη δεξιά δεν ήταν ποτέ ιδιαίτερα προβληματικές. Όχι μόνο επειδή η νεοφιλελεύθερη και «φιλική προς τις επιχειρήσεις» πολιτική του ήταν στην ουσία συντηρητική αλλά κυρίως επειδή αλληθώρίζε μονίμως προς τη μία πλευρά προκειμένου να ελέγξει το πολιτικό παιχνίδι. 

Η κυβέρνηση του Μισέλ Μπαρνιέ κατόρθωσε να επιβιώσει για ένα δίμηνο στα τέλη του 2024 μόνο και μόνο χάρη στην ανοχή ενός ακριβώς από τα δύο «φόβητρα», τον Εθνικό Συναγερμό της Μαρίν Λεπέν.   

Το φλερτ μάλιστα με τη λεπενική ακροδεξιά συνεχίστηκε για πολύ μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Όπως αποκάλυψαν δημοσιεύματα της Liberation, ο στενός συνεργάτης του προέδρου, Τιερί Σολέρ διοργάνωνε μυστικές συναντήσεις και δείπνα ανάμεσα σε μακρονικούς και λεπενικούς αναζητώντας πιθανές συγκλίσεις. 

Σε μια μάλιστα από αυτές τις συνάξεις, ο σύμμαχος του Μακρόν και πρώην πρωθυπουργός, Εντουάρ Φιλίπ φέρεται να διαβεβαίωσε τη Λεπέν ότι οι επόμενες εκλογές θα πρέπει να αποτελέσουν αναμέτρηση ανάμεσα σε δύο «εναλλακτικά προγράμματα» χωρίς να παρεμβάλλονται «ηθικές κρίσεις».

Με το τακτ και τη λεπτότητα που πάντα τον διέκρινε, ο Μακρόν βοήθησε επομένως στο ξέπλυμα της γαλλικής ακροδεξιάς φέρνοντας την μέχρι τον προθάλαμο της εξουσίας. Γιατί η περιβόητη απέχθεια του για κάθε τι ακραίο δεν τον απέτρεπε τελικά να υιοθετεί όρους και φρασεολογία της καθ’ όλη τη διάρκεια της διακυβέρνησης του. 

Είναι χαρακτηριστικό ότι έπειτα κάποια στιγμή μια έξαρση της εγκληματικότητας τον έκανε να καταφερθεί κατά της ηθικής παρακμής υπογραμμίζοντας τον κίνδυνο του «από-πολιτισμού», έναν νεολογισμό που έχει εισάγει παλαιότερα ο Γάλλος φασίστας και εμπνευστής της θεωρίας της «Μεγάλης Αντικατάστασης», Ρενό Καμί.

Δεν είναι βέβαια τυχαίο ούτε το ότι η Μαρίν Λεπέν χαιρέτησε ως δική της «ιδεολογική νίκη» τον μακρονικό μεταναστευτικό νόμο του 2023. Κατά τα άλλα, η  αστυνομική βία στη χώρα (με τις πλαστικές σφαίρες να ρίχνονται πλέον αβέρτα εναντίον διαδηλωτών) επιδεινωθηκε δραματικά στα χρόνια των κυβερνήσεων του κεντρώου και μετριοπαθούς προέδρου ενώ οι κάθε λογής αντικοινοβουλευτικές και αντιδημοκρατικές μεθοδεύσεις έγιναν κανόνας.

Ποιος μπορεί να ξεχάσει τα προεδρικά διατάγματα με τα οποία πέρασαν μια σειρά ιδιαίτερα αντιδημοφιλή μέτρα, όπως η μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος, ερήμην του κοινοβουλίου; Μια μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον και για να κρατήσει την Αριστερά μακριά από την εξουσία παρά το γεγονός ότι οι τελευταίες εκλογές την είχαν αναδείξει σε πρώτη κοινοβουλευτική δύναμη.



Ενας αμφιδέξιος πολιτικός

Υπό αυτή την έννοια, η «ουδετερότητα» του Μακρόν αποτελούσε πάντα κάτι πολύ περισσότερο από απλό ρητορική σχήμα και μέθοδος προσέγγισης νεωτέρων ψηφοφόρων που δεν αναγνώριζαν τον εαυτό τους στο σχήμα Αριστερά-Δεξιά. Ηταν στρατηγική επιλογή με στόχο να συγκαλυφθεί η ακραία νεοφιλελεύθερη και ταξική πολιτική ενός τραπεζίτη, ο οποίος βρήκε το δρόμο του για την κεντρική πολιτική σκηνή.

Επικαλούμενο την πολιτική ουδετερότητα του, το πρώην στέλεχος της επενδυτικής Rothschild επιδίωξε τελικά να εμφανίσει και την ίδια την πολιτική του ως καθαρά τεχνοκρατική. Οχι σαν αυτό που πραγματικά ήταν: Μια σκληρή δεξιά πολιτική μεγάλων φοροαπαλλαγών για τους πλούσιους, πλήρους απορρύθμισης των εργασιακών σχέσεων, κατάργησης κεκτημένων και απογύμνωσης του κοινωνικού κράτους, ένα μπαράζ αντιλαϊκών μέτρων που πολύ δύσκολα θα είχε περάσει με εκφραστή έναν παραδοσιακό εκπρόσωπο της γαλλικής Δεξιάς όπως ο Νικολά Σαρκοζί.

Με την προσπάθεια του να θάψει τη διάκριση Αριστεράς-Δεξιάς, ο Μακρόν ήρθε τελικά να αμβλύνει, και γιατί όχι να εξαφανίσει αν μπορούσε, κάθε μορφή κοινωνικής σύγκρουσης: ανισότητες, ταξικές αντιθέσεις ακόμα και επικρίσεις για τη φύση του καπιταλισμού και την κοινωνική αδικία. Η νέα εποχή που ευαγγελιζόταν είχε χώρο μόνο για σωστό management, όχι για κοινωνικό μετασχηματισμό.

Τα ίδια τα οικονομικά στοιχεία στα οποία συνεχώς ανατρέχει ο ίδιος και οι αναλώσιμοι πρωθυπουργοί του – για να εξαπολύσει τώρα ένα ακόμα εξουθενωτικό πακέτο λιτότητας ύψους 44 δισεκατομμυρίων – έρχονται όμως να τον διαψεύσουν. Όταν ανέλαβε την εξουσία το 2017, το δημόσιο έλλειμμα της Γαλλίας κυμαινόταν στο επίπεδο του 2,6%. Σήμερα υπολογίζεται στο επίπεδο του 5,8%.

Ποιος ευνοήθηκε όμως από το άνοιγμα της ψαλίδας; Σίγουρα όχι οι εργαζόμενοι, οι σπουδαστές ή το εθνικό σύστημα υγείας. Ούτε βέβαια οι συνταξιούχοι έπειτα από την μεταρρύθμιση του συστήματος που πέρασε δια πυρός και σιδήρου. Οι Γάλλοι οικονομικοί κροίσοι τα πήγαν, από την άλλη, πολύ καλά. Εξαιτίας των εκτεταμένων φοροαπαλλαγών για τα ανώτερα εισοδήματα, οι τέσσερις μεγαλύτερες περιουσίες στη χώρα αυξήθηκαν κατά 87% τα χρόνια της πολιτικής ουδετερότητας, όπως επισημαίνει και σχετική έρευνα της Oxfam.

Δεν προκαλεί ιδιαίτερη εντύπωση επομένως ότι από παιδί-θαύμα της νέας οικονομίας και πολιτικής, ο Μακρόν βουλιάζει σήμερα χωρίς κοινοβουλευτική πλειοψηφία και λαϊκή υποστήριξη. Σαν να έχουν περάσει τόσα και τόσα χρόνια από το 2017 όταν το περιοδικό Time ανακάλυπτε στο πρόσωπο του «τον επόμενο ηγέτη της Ευρώπης» . Sic transit gloria mundi…

neostrategy.gr

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια

script data-cfasync="false" type="text/javascript" id="clever-core">
script data-cfasync="false" type="text/javascript" id="clever-core">