Στην πολιτική, όπως στη ζωή, οι σχέσεις δοκιμάζονται — ειδικά όταν οι συνθήκες ζορίζουν και η πίεση γίνεται καθημερινό βάρος. Η ιστορία μεταξύ του Αλέξη Τσίπρα και του Νίκου Καρανίκα δεν είναι απλώς μία ακόμη «συμμαχία» που έσπασε· είναι υπόδειγμα πόσο κοστίζει η πίστη σε ένα άνθρωπο που μπορεί να σε εκθέτει αλλά — όταν χρειάζεται — να σε καλύπτει. Η επιλογή του Τσίπρα να εντάξει τον Καρανίκα στον πυρήνα της κυβερνητικής στρατηγικής το 2015 ήταν πολιτική κίνηση υψηλού ρίσκου — και απέδειξε, με τον χρόνο, ότι είχε προοπτική αλλά και κόστος.
Από την πρώτη στιγμή που ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε κυβέρνηση, ο Καρανίκας δεν ήταν απλώς «πολιτικός φίλος» ή «σύμβουλος». Του ανατέθηκε ρόλος που συχνά αποδίδεται μόνο σε ανθρώπους εμπιστοσύνης: ο στρατηγικός σχεδιασμός στο περιβάλλον του πρωθυπουργού, με άμεση παρουσία στο Μέγαρο Μαξίμου. Αυτό δεν έγινε ως χάρη — έγινε ως στοιχείο πυρήνα της κυβερνητικής λειτουργίας. Σε περιόδους όπου η αντιπολίτευση, τα ΜΜΕ και τα κοινωνικά δίκτυα αναζητούσαν πάτημα για επίθεση στο Μαξίμου, ο ίδιος άνθρωπος που «τα έλεγε ωμά» παρέμενε μέσα στη δομή εξουσίας. Η σταθερή παρουσία του στο πλευρό του πρωθυπουργού ήταν ένδειξη εμπιστοσύνης, αλλά και στοιχείο του πολιτικού χαρακτήρα του Τσίπρα: να μην παίρνει κεφάλια στην πρώτη δυσκολία.
Και δυσκολίες υπήρξαν — και πολλές. Οι επικοινωνιακές αστοχίες του Καρανίκα, οι αιχμηρές δημόσιες παρεμβάσεις, ακόμη και οι στιγμές όπου η οργή ή ο παρορμητισμός έβγαζαν αναρτήσεις που ξεπερνούσαν την επιτρεπτή όψη θεσμού, ήταν πάμπολλες. Αυτές οι “γκάφες” δεν ήταν μόνο λάθη· γίνονταν όπλα κατά του Τσίπρα, βοηθώντας να στήνονται αφηγήματα ότι το Μαξίμου λειτουργεί ασυντόνιστα και αυθαίρετα. Όμως ο Τσίπρας δεν αποσύρθηκε από τον Καρανίκα. Δεν τον αποκήρυξε. Δεν του γύρισε την πλάτη με το πρώτο κύμα αντιδράσεων. Έμεινε εκεί, επιλέγοντας να διαχειριστεί τη σύγκρουση αλλά όχι να την εκμεταλλευτεί για να αποτινάξει έναν συνεργάτη — έστω κι αν αυτός γινόταν ευάλωτος στα πυρά.
Αυτή είναι διαφορά πολιτικού χαρακτήρα: πολλοί «ηγέτες» εγκαταλείπουν τον σύντροφο που εκτίθεται για να σώσουν την εικόνα τους. Αλλά οι αληθινοί ηγέτες δεν λειτουργούν με βάση το βραχυπρόθεσμο, ούτε με το φόβο της επικοινωνίας. Λειτουργούν με βάση τη συνέπεια, την πίστη και την έγνοια για αυτό που εκπροσωπούν.
Σήμερα, ο Καρανίκας επιτίθεται. «Ανεξήγητη μεταστροφή» λέει, «αναξιοπιστία», «σχέδιο αντίδρασης» και «πραξικόπημα» εναντίον πολιτικών του επιλογών. Λέξεις βαριές. Όμως όταν αυτές έρχονται από κάποιον που κάποτε είχε ενσωματωθεί στο εσωτερικό του συστήματος που καταγγέλλει, τότε η αξία τους απομειώνεται. Η οργή είναι εύκολη, η σχεδόν ψυχρή απομνημόνευση όμως δύσκολη. Ποιος υπηρέτησε ποιον; Ποιος πληρώθηκε με «προδοσία» και ποιος με ευγνωμοσύνη; Η ιστορία — όχι η στιγμή — θα κρίνει.
Το θεμελιώδες σημείο είναι ότι ο Τσίπρας, όταν πολλοί θα γύριζαν την πλάτη έξω από το κύμα της επικοινωνίας, επέλεξε να κρατήσει έναν άνθρωπο που θεωρούσε σημαντικό για τη σκέψη και τη στρατηγική του. Επέλεξε την πίστη πέρα από τα λόγια, επέλεξε να υπομείνει τη φθορά της εικόνας για να διατηρήσει τη συνέχεια του σχεδίου. Δεν ήταν πάντα σωστός ο Καρανίκας — αλλά δεν είναι συνηθισμένο να δέχεσαι να έχεις κάποιον δίπλα που τολμά πολύ.
Ίσως η πιο καθαρή ερμηνεία να βρίσκεται στη σύγκριση: όσοι σήμερα κρούουν τον θόρυβο και ζητούν αποδοχή με συνθήματα, χθες απαιτούσαν κεφάλια μέσα από το ίδιο μέρος όπου ο Καρανίκας βρισκόταν. Όσοι σήμερα εξυμνούν «καθαρότητα» και «αποτάξεις», χθες στήριζαν μηχανισμούς που ακριβώς επέτρεπαν τις προσωπικές επιθέσεις κατά συνεργατών. Η πολιτική δεν είναι τηλεπαιχνίδι — απαιτεί υπευθυνότητα και συνέπεια που καταγράφεται στο χρόνο.
Αν κοιτάξουμε το σύνολο της διαδρομής, η σχέση Τσίπρα–Καρανίκα θα μείνει ως παράδειγμα αντίθεσης ανάμεσα σε δύο δρόμους: αυτόν της εύκολης εγκατάλειψης και αυτόν της σταθερής πίστης. Η αχαριστία μπορεί να κοστίζει λιγότερο στιγμιαία — μα μαραίνει ό,τι κτίστηκε με κόπο.
Άλλωστε, όπως είχε γράψει κάποτε και ένας σοφός:
«Η αχαριστία είναι η πιο φθηνή μορφή αυτοεξαπάτησης — νομίζεις πως ανεβαίνεις, ενώ απλώς κλωτσάς τη σκάλα που σε κράτησε.»

0 Σχόλια