Η Ομάδα Αλήθειας επανέρχεται με το γνωστό της οπλοστάσιο, αυτή τη φορά επιχειρώντας να «αποδομήσει» το βιβλίο Ιθάκη του Αλέξη Τσίπρα, χρησιμοποιώντας ειρωνεία, επιλεκτικές φράσεις και μια ακατάπαυστη προσπάθεια να εμφανιστεί ο πρώην πρωθυπουργός ως άνθρωπος που δεν ξέρει να επιλέγει συνεργάτες. Μόνο που όλο το οικοδόμημα της κριτικής τους καταρρέει αν τοποθετηθεί δίπλα στην πραγματικότητα της σημερινής κυβέρνησης. Γιατί αν υπάρχει ένας πρωθυπουργός που επί επτά χρόνια αποποιείται ευθυνών μέσω του δόγματος «δεν ήξερα», αυτός δεν είναι ο Αλέξης Τσίπρας — είναι ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Όταν η Ομάδα Αλήθειας κατηγορεί τον Τσίπρα ότι «εμπιστεύτηκε λάθος ανθρώπους», προκαλεί σχεδόν γέλιο αν σκεφτεί κανείς ποιος το λέει. Είναι οι ίδιοι που στηρίζουν έναν πρωθυπουργό που πήρε την ΕΥΠ στο Μαξίμου και μετά ισχυρίστηκε ότι δεν γνώριζε τίποτα για τις παρακολουθήσεις πολιτικών, δημοσιογράφων και αξιωματικών. Δεν γνώριζε ότι ο Νίκος Ανδρουλάκης παρακολουθούνταν. Δεν γνώριζε ποιοι αγόρασαν και ποιοι χρησιμοποιούσαν παράνομα λογισμικά. Δεν γνώριζε για το σκάνδαλο που εξέθεσε τη χώρα διεθνώς. Αυτή η άγνοια δεν είναι αθωότητα. Είναι πολιτική μέθοδος.
Το ίδιο μοτίβο εμφανίστηκε στην πανδημία, όπου ο πρωθυπουργός «δεν είχε ενημερωθεί» για την έκθεση Τσιόδρα-Λύτρα, η οποία τεκμηρίωνε τη δραματικά αυξημένη θνησιμότητα εκτός ΜΕΘ. Δεν είχε ενημερωθεί ότι το ΕΣΥ έφτανε στα όριά του. Δεν είχε ενημερωθεί ότι χιλιάδες ζωές κρίνονταν από την έλλειψη ανθρώπινου δυναμικού και υποδομών. Η Ομάδα Αλήθειας όμως δεν βρήκε ποτέ υλικό για να φτιάξει βίντεο σε αυτά τα ζητήματα, λες και ο πρωθυπουργός είναι υπεράνω ευθυνών.
Αλλά η κορύφωση της πολιτικής υποκρισίας αποκαλύφθηκε στα Τέμπη. Η χειρότερη σιδηροδρομική τραγωδία της χώρας αντιμετωπίστηκε από την κυβέρνηση με ένα μόνο επιχείρημα: ο πρωθυπουργός δεν γνώριζε τις προειδοποιήσεις των εργαζομένων, τις εκθέσεις κινδύνου, τις καταγγελίες για το σύστημα τηλεδιοίκησης που δεν λειτουργούσε. Δηλαδή κανείς από τους «άριστους συνεργάτες» του δεν είχε ενημερώσει την ηγεσία ότι ο σιδηρόδρομος βρισκόταν στα πρόθυρα τραγωδίας. Αν αυτή είναι «ικανότητα επιλογής», τότε δεν υπάρχει πιο καταστροφική ανικανότητα.
Και όμως, τίποτα δεν αποτυπώνει την αστοχία προσώπων της κυβέρνησης Μητσοτάκη όσο ο ΟΠΕΚΕΠΕ. Η υπόθεση Σεμερτζίδου, με επιδοτήσεις εκατομμυρίων σε μια «αγρότισσα» που δηλώνει ότι οδηγεί μηχανάκι ενώ φωτογραφίζεται με Ferrari και Porsche, είναι μνημείο πολιτικής ευθύνης. Η ίδια, στην Εξεταστική Επιτροπή, δεν κατάφερε να εξηγήσει ούτε τα ποσά που έλαβε, ούτε τις δραστηριότητες, ούτε το πώς κέρδιζε «λαχεία» που ξεπλένουν εισοδήματα. Μαζί της, ο γνωστός «Φραπές» — ο συνδικαλιστής που παραδέχτηκε ότι δεν έχει γνώση του αντικειμένου — και ο «Χασάπης», που από το κρεοπωλείο βρέθηκε σε νευραλγική θέση επιδοτήσεων. Όλοι τους πρόσωπα που το σύστημα Μητσοτάκη ανέδειξε και στήριξε. Και φυσικά, ο πρωθυπουργός — για ακόμη μια φορά — «δεν ήξερε».
Τι είδους επιλογές είναι αυτές; Πώς μια κυβέρνηση που τοποθετεί ανθρώπους με Ferrari, ''φραπέδες'' και ''χασάπηδες'' σε θέσεις εκατομμυρίων έχει το θράσος να μιλά για «ανίκανους συνεργάτες» του Τσίπρα; Μόνο στην Ελλάδα του επιτελικού κράτους μπορεί ο θύτης να γίνεται κριτής.
Μέσα σε όλα αυτά, οι ίδιοι που χτυπούν τον Τσίπρα για δήθεν κακό πολιτικό ένστικτο, στηρίζουν μια κυβέρνηση που δεν μπορεί να καλύψει ούτε τα βασικά της εκπαίδευσης. Στην Αντίπαρο, οι μαθητές έχουν μείνει χωρίς δάσκαλο. Οι γονείς βγήκαν σε ΜΜΕ, δελτία και τοπικές ειδήσεις να καταγγείλουν ότι το υπουργείο Παιδείας δεν μπόρεσε να στελεχώσει μία και μοναδική θέση. Αν αυτό είναι δείγμα «ικανότητας επιλογής ανθρώπων», τι ακριβώς θα ήταν αποτυχία;
Και εδώ έρχεται η πιο ηχηρή — και πιο βαριά — πολιτική κριτική: αυτή του Αντώνη Σαμαρά. Ο πρώην πρωθυπουργός, σε μια συνέντευξη-σεισμό, δήλωσε ευθέως ότι η αντιμετώπιση της κυβέρνησης στα Τέμπη στερήθηκε «ψυχής και ήθους». Κατηγόρησε την κυβέρνηση για «διεφθαρμένους» στον ΟΠΕΚΕΠΕ και αναρωτήθηκε δημοσίως πώς είναι δυνατόν ένας πρόεδρος οργανισμού, που αποπέμφθηκε από τον αρμόδιο υπουργό, να καταλήγει σύμβουλος του ίδιου του Μητσοτάκη. Και το πιο χαρακτηριστικό: με ειρωνεία που δεν χωρά αμφισβήτηση, ο Σαμαράς σχολίασε ότι ο κ. Μητσοτάκης «δεν ήξερε» — ούτε για τα Τέμπη, ούτε για τις παρακολουθήσεις, ούτε για τα σκάνδαλα των επιδοτήσεων.
Και κατέληξε: «Η Νέα Δημοκρατία έχει μεταλλαχθεί». Όταν άνθρωποι από τα σπλάχνα της ίδιας της παράταξης περιγράφουν την κυβέρνηση ως καθεστώς αποξενωμένο από τις αξίες της, τότε η συζήτηση παύει να αφορά τον Τσίπρα και αφορά αποκλειστικά τη σημερινή εξουσία.
Η επίθεση στην ''Ιθάκη'' δεν γίνεται επειδή το βιβλίο έχει λάθη. Γίνεται επειδή φοβούνται τον πολιτικό συγγραφέα του. Γίνεται επειδή κάποιοι τρέμουν το ενδεχόμενο επιστροφής του Αλέξη Τσίπρα στο προσκήνιο — όχι γιατί «δεν ξέρει να επιλέγει ανθρώπους», αλλά γιατί ξέρει να χαλάει πλούσια τραπέζια που κάποιοι θεωρούν δικά τους.
Και έτσι η αναφορά στην ''Ιθάκη'' αποκτά πραγματικό νόημα. Όπως οι μνηστήρες που έτρωγαν και έπιναν στο παλάτι του Οδυσσέα όσο εκείνος έλειπε, έτσι και σήμερα υπάρχουν μνηστήρες στο παλάτι του κράτους: στα καρτέλ της αγοράς, στις απευθείας αναθέσεις, στα κυκλώματα επιδοτήσεων, στα δημιουργικά λογιστήρια της ακρίβειας. Και όπως τότε οι μνηστήρες φοβήθηκαν την επιστροφή του Οδυσσέα, έτσι και σήμερα φοβούνται την επιστροφή του Τσίπρα. Γιατί γνωρίζουν καλά ότι το γλέντι τους δεν μπορεί να κρατήσει για πάντα.
Αυτός είναι ο φόβος τους. Όχι το βιβλίο. Η επιστροφή του Αλέξη Τσίπρα — και το τέλος στο «φαγοπότι» της εξουσίας.
.png)
0 Σχόλια